Δημοτικές εκλογές στην Τουρκία – Ο Ερντογάν πολιορκεί την Κωνσταντινούπολη

toyrkia-ekloges-arthroΗ κάλπη σήμερα στην Κωνσταντινούπολη θα κρίνει το μέλλον του Τούρκου προέδρου – Ενδεχόμενη ήττα Ιμάμογλου ανοίγει τον δρόμο για τροποποίηση του Συντάγματος, η οποία θα επιτρέψει στον Ερντογάν να διεκδικήσει 3η θητεία – Πώς θα επηρεαστούν τα ελληνοτουρκικά

Μία ακόμη μάχη δίνει ο Ταγίπ Ερντογάν με στόχο τη δική του «άλωση» της Κωνσταντινούπολης, καθώς τα αποτελέσματα των δημοτικών εκλογών θα σφραγίσουν το δικό του πολιτικό μέλλον, αλλά και την πορεία της Τουρκίας τα επόμενα χρόνια.

Ο Τούρκος ηγέτης πήρε στην πλάτη του όλη την προεκλογική εκστρατεία, καθώς δεν είναι απλώς θέμα τιμής η ανάκτηση του μεγαλύτερου δήμου της χώρας από την αντιπολίτευση, αλλά θέλει να επιβεβαιώσει τον ηγεμονικό ρόλο του στην πολιτική ζωή της χώρας και να εξουδετερώσει τον ισχυρότερο εν δυνάμει αντίπαλό του, τον νυν δήμαρχο της Κωνσταντινούπολης Εκρέμ Ιμάμογλου. Οι ελπίδες να κερδίσει και πάλι το ΑΚΡ την Αγκυρα όπου ο δήμαρχος της αντιπολίτευσης έχει κάνει σημαντικό έργο, αλλά και τη Σμύρνη που αποτελεί το προπύργιο του CHP είναι μικρές. Ετσι, όλο το βάρος του Ερντογάν πέφτει στην Κωνσταντινούπολη.

Για τον Τούρκο πρόεδρο, που έχει κερδίσει όλες τις εκλογικές μάχες τα τελευταία 22 χρόνια εκτός των δημοτικών του 2019, όπου ο «αστέρας» της αντιπολίτευσης Εκρέμ Ιμάμογλου κέρδισε την Κωνσταντινούπολη, η μάχη του 2024 θα καθορίσει τις πολιτικές κινήσεις του για να επιτευχθεί ο στόχος της παράτασης της παραμονής του στο τιμόνι της Τουρκίας και μετά το 2028, όταν ολοκληρώνεται τυπικά η τελευταία θητεία που δικαιούται βάσει του υπάρχοντος Συντάγματος.

Πάντως, οι Τούρκοι αναλυτές συμφωνούν ότι όποιο κι αν είναι το αποτέλεσμα δεν θα πρέπει να αναμένονται εντυπωσιακές αλλαγές στην εξωτερική πολιτική της Τουρκίας. Για τη μάχη της Κωνσταντινούπολης ο Ερντογάν επέλεξε έναν χαμηλών τόνων συνεργάτη του, τον πρώην υπουργό Περιβάλλοντος Μουράτ Κουρούμ, που βρέθηκε σε όλη την προεκλογική περίοδο στη σκιά του Τούρκου ηγέτη, στέλνοντας το μήνυμα ότι η επιλογή είναι μεταξύ του Ιμάμογλου και του ίδιου. Και ότι η ψήφος για την Κωνσταντινούπολη είναι ψήφος για το μέλλον της Τουρκίας.

Η νίκη στην Κωνσταντινούπολη για τον Ερντογάν δεν έχει μόνο πολιτική σημασία, αλλά υπάρχουν λόγοι προσωπικοίσυμβολικοί και οικονομικοί που θέλει διακαώς να «αλώσει» την Πόλη. Ο Τούρκος πρόεδρος γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Πόλη και εκεί έκανε το πρώτο μεγάλο βήμα στην πολιτική εκλεγόμενος ως δήμαρχος το 1994. Πάντα λοιπόν αντιμετωπίζει την Κωνσταντινούπολη ως την «πόλη μου». Εξάλλου, στην Κωνσταντινούπολη υπάρχει σχεδόν το ήμισυ της συνολικής φορολογικής βάσης της Τουρκίας και το 1/3 της συνολικής οικονομίας. Τα τοπικά κατασκευαστικά έργα, το real estate, τα αστικά σχέδια ανάπλασης, τα προγραμματιζόμενα αντισεισμικά έργα απορροφούν τεράστια ποσά και επενδύσεις, τα οποία ο Ερντογάν δεν θέλει να αφήσει στα χέρια της αντιπολίτευσης και ενός εν δυνάμει αντιπάλου του, αλλά θέλει να δοθούν στα νέα τζάκια που έχουν φτιαχτεί στη διάρκεια της 20ετούς θητείας του.

Οι δημοσκοπήσεις

Οι τελευταίες δημοσκοπήσεις έδειχναν τους δύο διεκδικητές του δήμου να δίνουν μάχη στήθος με στήθος, με τον Ιμάμογλου να έχει ένα μικρό προβάδισμα. Ομως αυτή η εκλογική μάχη δεν είναι ίδια με εκείνη του 2019. Μετά τις προεδρικές εκλογές του Μαΐου του 2023 η αντιπολίτευση είναι κατακερματισμένη. Ο Ιμάμογλου δεν έχει πλέον τη στήριξη δύο μικρών κομμάτων από τη γνωστή ως «Συμμαχία των Εξι», ούτε τη σημαντική στήριξη του φιλοκουρδικού κόμματος που έχει μετονομαστεί σε DEM και έχει κατεβάσει δικό του υποψήφιο στην Κωνσταντινούπολη στερώντας του κρίσιμες ψήφους. Η δύναμη του DEM στην Πόλη υπολογίζεται ότι μπορεί να φτάσει και το 10%. Ετσι, λειτουργεί ουσιαστικά υπέρ του υποψήφιου του ΑΚΡ και εκλεκτού του Ερντογάν, ο οποίος κινδυνεύει να χάσει ψήφους προς το ισλαμικό Κόμμα της Ευημερίας.

Αν όμως από τη μάχη αυτή αναδειχθεί νικητής ο Ιμάμογλου, τότε αυτός θα θεωρηθεί ο αδιαφιλονίκητος ηγέτης της αντιπολίτευσης και πλέον θα αρχίσει μια μακρά προεκλογική περίοδος προς τις επόμενες προεδρικές εκλογές καθώς θα είναι αυτός που θα σταθεί απέναντι στον Ερντογάν, όντας ο μοναδικός πολιτικός που θα τον έχει κερδίσει -έστω και εμμέσως- δύο φορές. Ο Ιμάμογλου με ενδεχόμενη νίκη του θα συσπειρώσει και πάλι την αντιπολίτευση και θα εμπνεύσει τη νέα γενιά των Τούρκων που γεννήθηκαν και μεγάλωσαν με Ερντογάν και απογοητευμένοι από την έλλειψη προοπτικής απέχουν από την πολιτική.

Από την άλλη, ο Τούρκος πρόεδρος θα πρέπει να χτίσει τη στρατηγική του και να προσαρμόσει τη διακυβέρνηση της χώρας στα νέα δεδομένα. Και μη έχοντας πια νέους συμμάχους, θα εξαρτάται από το εθνικιστικό ακροδεξιό ΜΗΡ και τον πρόεδρό του Ντεβλέτ Μπαχτσελί, διατηρώντας και εντείνοντας την ισχυρή εθνικιστική ρητορική και πολιτική και την πόλωση με την αντιπολίτευση. Ηδη η δήλωσή του την περασμένη Πέμπτη ότι υπάρχει «παγκόσμια συμμαχία» που στοχοποιεί την Τουρκία, η οποία πρέπει να έχει ισχυρή ηγεσία για να αντιμετωπίσει αυτές τις προκλήσεις, δίνει το στίγμα της πολιτικής του, που θα ανακαλύπτει στους κύκλους της αντιπολίτευσης «συμμάχους» της παγκόσμιας συνωμοσίας εναντίον της χώρας και νέους εχθρούς και εξωτερικές απειλές.

Αν ο Κουρούμ κατορθώσει να κερδίσει τον Δήμο Κωνσταντινούπολης, τότε δεν θα είναι μόνο μια νίκη υψηλού συμβολισμού, αλλά θα επιβεβαιωθεί η πολιτική ηγεμονία του Τούρκου προέδρου, που θα του προσφέρει το πλεονέκτημα των κινήσεων για τα επόμενα χρόνια ώστε να μεθοδεύσει την παραμονή του στην εξουσία και μετά το 2028, να χτίσει την υστεροφημία του και να προετοιμάσει το έδαφος για την «πολιτική κληρονομιά» του στο τουρκικό έθνος. Συγχρόνως, ο Ερντογάν θα έχει «πριονίσει» τον μοναδικό πολιτικό ο οποίος απειλεί την ηγεμονία του, ενώ παράλληλα μια ήττα στην Κωνσταντινούπολη θα οδηγήσει σε μεγαλύτερη κρίση την αντιπολίτευση, διευκολύνοντας τους χειρισμούς του.

Εφόσον εξασφαλίσει έναν καθαρό ορίζοντα 2-3 ετών, ο Τούρκος ηγέτης θα επιχειρήσει πιθανότατα την αναθεώρηση του Συντάγματος, που θα του επιτρέπει να διεκδικήσει μια τρίτη θητεία και πιθανότατα θα έχει χαμηλότερο πλαφόν ώστε να μπορεί να εκλεγεί πρόεδρος και με 40%. Ενα εγχείρημα βεβαίως που δεν είναι απλό καθώς θα πρέπει να βρει συμμαχίες για την υπερψήφισή του σε δημοψήφισμα. Για τον ίδιο τον Ερντογάν υπάρχει βεβαίως και η επιλογή να παρακάμψει τους περιορισμούς που δεν του επιτρέπουν διεκδίκηση τρίτης προεδρικής θητείας με μια απόφαση της Εθνοσυνέλευσης για πρόωρες βουλευτικές εκλογές, καθώς το Σύνταγμα προβλέπει ότι σε περίπτωση πρόωρων εκλογών γίνονται και πρόωρες προεδρικές εκλογές στις οποίες δεν λογίζεται ως δεύτερη θητεία αυτή που διακόπηκε πρόωρα.

Κρίσιμος παράγοντας για μία ακόμη φορά αναδεικνύεται ο κουρδικός. Ο Ερντογάν στην ομιλία του στο Ντιγιαρμπακίρ έτεινε χείρα φιλίας στο κουρδικό στοιχείο προβάλλοντας το έργο που έχουν κάνει οι κυβερνήσεις του στην περιοχή και συγχρόνως στοχοποιώντας το PKK, κατηγορώντας μάλιστα την αντιπολίτευση ότι επιχειρεί να αποσπάσει ψήφους «χαϊδεύοντάς» το. Ο Ερντογάν πιθανότατα -εφόσον αισθανθεί ασφαλής πολιτικά- να επιχειρήσει μία ακόμη πρωτοβουλία συμφιλίωσης με τους Κούρδους, η οποία θα γίνει πάντως μετά την επίθεση που έχει προαναγγείλει στο Βόρειο Ιράκ για την εξόντωση των ισχυρών πυρήνων του PKK.

Μεγάλο στοίχημα
Η προσέλκυση της κουρδικής ψήφου είναι ένα μεγάλο στοίχημα, καθώς οι Κούρδοι είναι καχύποπτοι όχι μόνο με την κεμαλική αντιπολίτευση, αλλά και με τον εθνικιστή κυβερνητικό εταίρο του Ερντογάν, το ΜΗΡ. Εξάλλου, θετικές κινήσεις προς τους Κούρδους θα δώσουν, εκτός των άλλων, και την έξωθεν καλή μαρτυρία στον Τούρκο πρόεδρο απέναντι στις επικρίσεις που δέχεται για το Κράτος Δικαίου και τα ανθρώπινα και μειονοτικά δικαιώματα.Το μεγάλο ερώτημα είναι πώς μπορεί να επηρεάσει το αποτέλεσμα των δημοτικών εκλογών την εξωτερική πολιτική της Τουρκίας.

Μια νίκη του Ερντογάν στην Κωνσταντινούπολη πιθανότατα θα του προσφέρει τον χρόνο ώστε να συνεχίσει την πολιτική εξομάλυνσης των σχέσεων με τις ΗΠΑ, την Ε.Ε., τους γείτονες και τις αραβικές χώρες, προβάλλοντας έτσι τον πρωταγωνιστικό ρόλο της Τουρκίας στην ευρύτερη περιοχή. Ομως αυτή η πολιτική θα είναι ενταγμένη στη δική του αντίληψη για στρατηγική αυτονομία της Τουρκίας, η οποία πολύ συχνά τον φέρνει απέναντι σε επιλογές τόσο της Δύσης όσο και του αραβικού κόσμου.

Εφόσον μάλιστα επιδιώξει τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος για την αλλαγή του Συντάγματος, τότε πρέπει να θεωρείται πολύ πιθανή η προσφυγή στον εθνικισμό, αλλά και στα αντιδυτικά κηρύγματα προκειμένου να συσπειρώσει τη συντηρητική βάση του και να προσελκύσει νέες ψήφους επισείοντας, όπως πολλές φορές έκανε στο παρελθόν, την… ξένη απειλή που επιβουλεύεται το μεγαλείο της Τουρκίας.

Η αντιδυτική ρητορική δεν πρόκειται να σταματήσει, πολύ περισσότερο όσο διαρκεί ο πόλεμος στη Γάζα. Σε ό,τι αφορά τα Ελληνοτουρκικά, ο Ερντογάν έχει δείξει προς το παρόν ότι ευνοεί τη συνέχιση αυτού του κλίματος ηρεμίας στο Αιγαίο, που εκτός των άλλων διευκολύνει τους χειρισμούς των «φίλων» του στην Ε.Ε. για κινήσεις ενίσχυσης της ευρωπαϊκής πορείας της Τουρκίας. Θα είναι πάντως εξαιρετικά δύσκολο να υπάρξει αλλαγή πλεύσης της Τουρκίας σε ό,τι αφορά τον πυρήνα των διαφορών με την Ελλάδα, καθώς οι παγιωμένες θέσεις της δεν επηρεάζονται από το πολιτικό κλίμα στη γειτονική χώρα και οι όποιες διαφοροποιήσεις περιορίζονται συνήθως -και όχι πάντοτε- στο ρητορικό επίπεδο. Στο Κυπριακό είναι σαφές ότι δεν πρόκειται να υπάρξει καμία αλλαγή από τη σκληρή και ανελαστική στάση της λύσης των δύο κρατών, η οποία θα αποτελεί μόνιμη εστία τριβής και στα Ελληνοτουρκικά και στις σχέσεις με την Ε.Ε.

Διεθνείς επαφές
Ο Ερντογάν έχει σχεδιάσει ήδη ένα εξαιρετικά πυκνό πρόγραμμα διεθνών επαφών αμέσως μετά τις εκλογές, που αποκαλύπτει τον προσανατολισμό και τους στόχους του το αμέσως επόμενο διάστημα. Μετά τις δημοτικές εκλογές έχει προγραμματιστεί η εξαιρετικά σημαντική επίσκεψη του Αιγύπτιου προέδρου Αλ Σίσι στην Τουρκία, ενώ τον Μάιο αναμένεται να πραγματοποιηθεί και η επίσκεψη του Ελληνα πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη στην Αγκυρα.

Στις 22 Απριλίου έχει προγραμματιστεί η κρίσιμη επίσκεψη του Τούρκου προέδρου στο Ιράκ, η πρώτη μετά από 12 χρόνια, με πρώτο θέμα στην ατζέντα τη συναίνεση της Βαγδάτης για τις επιχειρήσεις εναντίον του PKK στο Βόρειο Ιράκ, αλλά και την επανάληψη εξαγωγής πετρελαίου μέσω του τουρκικού λιμανιού του Σεϊχάν και την κατασκευή του μεγάλου διαδρόμου Development Road Project, που θα συνδέει τον Περσικό Κόλπο με την Τουρκία και από εκεί με την Ευρώπη. Αμέσως μετά προγραμματίζεται η επίσκεψη του Βλαντιμίρ Πούτιν στην Αγκυρα, επίσκεψη που έχει αναβληθεί αρκετές φορές, η οποία θα σφραγίσει τη νέα σχέση της Τουρκίας με τη Ρωσία στη σκιά του συνεχιζόμενου πολέμου εναντίον της Ουκρανίας. Η Τουρκία εξαρτάται οικονομικά από τη Μόσχα λόγω των χαμηλών τιμών που εξασφαλίζει στο ρωσικό φυσικό αέριο και της εμπλοκής της ρωσικής Rosatom στον πυρηνικό σταθμό του Ακούγιου, ενώ ελπίζει σε μια πιο χαλαρή στάση της Ρωσίας στη Συρία ώστε να μπορέσει να διευρυνθεί η «ζώνη ασφαλείας» που θέλει η Τουρκία.

Ομως η μεγάλη στιγμή για τον Ερντογάν θα είναι η 9η Μαΐου, όπου, σύμφωνα με πληροφορίες (δεν έχει υπάρξει ακόμη επίσημη ανακοίνωση), θα πραγματοποιήσει την πρώτη επίσκεψή του στον Λευκό Οίκο στη διάρκεια της θητείας του Τζο Μπάιντεν – σημειωτέον, λίγο πριν την εκπνοή της. Μια συνάντηση η οποία φυσικά δεν θα είναι εύκολη, καθώς είναι γνωστή η αρνητική προδιάθεση του Μπάιντεν για τον Τούρκο ηγέτη, αλλά έρχεται με την ολοκλήρωση μιας πολύμηνης κρίσης με την άρση του βέτο για την ένταξη της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ και την έγκριση της πώλησης των F-16 στην Τουρκία. Ομως με τον πρόεδρο Μπάιντεν υπάρχουν ακόμη σοβαρές εκκρεμείς διαφορές – από τη σχέση με τη Ρωσία, την αποβολή της Τουρκίας από το πρόγραμμα των F-35, τη στήριξη των ΗΠΑ στους Κούρδους της Βόρειας Συρίας μέχρι την παραμονή του Φετουλάχ Γκιουλέν στην Πενσιλβάνια, τη στήριξη των ΗΠΑ στο Ισραήλ κ.ά.