Αποφάσισα να γίνω σαν τους άλλους, προσπάθησα πολύ και κατάφερα να είμαι κάποιος άλλος, μέχρι που πνίγηκα, τόνισε ο ηθοποιός
Για τις δυσκολίες του να είναι κανείς ηθοποιός, αλλά και το πώς προσπάθησε να αλλάξει στοιχεία του χαρακτήρα του, μίλησε ο Χρήστος Λούλης σε συνέντευξη που παραχώρησε την Κυριακή 5 Νοεμβρίου.
Όπως είπε στην εκπομπή «Δύο στις 10»: «Υπάρχουν στιγμές που με κουράζει ο εαυτός μου. Λόγω δουλειάς και λόγω φύσης της δουλειάς έχω καταλάβει όταν ασχολείσαι με τα κείμενα και έχεις μπει στον ψυχισμό άλλων ανθρώπων και έχεις εμβαθύνει σε κείμενα, αρχίζει και βγαίνει στην καθημερινότητά σου. Το μυαλό σου κάνει αυτόματες κινήσεις, είναι σαν ένας αλγόριθμος που κινείται από μόνος του»
Στην ίδια συζήτηση, ο Χρήστος Λούλης ανέφερε: «Βλέπεις μοτίβα και συμπεριφορές, μια γλώσσα σώματος συγκεκριμένη και κάνεις 3-4 άλματα παρακάτω. Είναι κουραστικό όταν βλέπεις να επιβεβαιώνεται η προαίσθηση που είχες για κάποιον άνθρωπο, συμβάν ή στιγμή. Είναι σαν να διαβάζεις το δωμάτιο και να λες “αυτό είναι εκεί, θα συμβεί αυτό”».
Για την προσωπικότητά του και το πώς φαίνεται στον κόσμο που τον προσεγγίζει, ο Χρήστος Λούλης ειπε:
«Ήμουν πάντα σνομπ! Με προσεγγίζουν οι άνθρωποι και μετά με μαθαίνουν μου λένε “Στην αρχή φοβόμουν γιατί ήσουν κάπως αλλά τελικά δεν είσαι”. Από τον χαρακτήρα μας δεν ξεφεύγουμε. Μπορείς να το αναλύσεις με έναν ειδικό αλλά δεν σημαίνει ότι θα ξεφύγεις από αυτό. Κάποια στιγμή έκανα προσπάθεια να είμαι πιο προσιτός, πιο κοινωνικός. Έλεγα “θα μείνω μόνος σου, δεν κάνω παρέες”. Αποφάσισα να γίνω σαν τους άλλους. Προσπάθησα πολύ, κατάφερα να μην είμαι αυτός που είμαι και να είμαι κάποιος άλλος. Μέχρι που πνίγηκα. Αλλά και αυτό έχει το τίμημά του. Να είσαι μόνος σου, να έχεις μικρό κύκλο ανθρώπων. Είμαι η ψυχή μιας πολύ κλειστής παρέας. Δεν είναι εύκολο να κερδίσω ένα καινούργιο δωμάτιο».
Τέλος, ο Χρήστος Λούλης δήλωσε πως: «Ό,τι και να πεις θα το πληρώσεις. Αν πάρεις θέση σαφή, το πληρώνεις. Σκέφτηκα μήπως το κάνω πιο διπλωματικά αλλά με έκανε να σκεφτώ ότι θα σήμαινε μια λογοκρισία από την πλευρά μου. Αυτό που πιστεύεις είναι μια δήλωση προς τα έξω ότι “ας μιλάμε, δεν τρέχει και τίποτα”. Ότι εγώ διαφωνώ μαζί σου δεν σημαίνει ότι πρέπει να βριστούμε, να πλακωθούμε. Αυτό έρχεται σε αντίθεση με ό,τι είναι καταπιεστικό. Προσπαθώ να μην καταπιεστώ, να τα πω όπως μου έρχονται στο μυαλό και είναι ένα σήμα προς τον κόσμο ότι πρέπει να μιλάμε».