Γράφει ο Αριστοτέλης Παναγιωτόπουλος, Παιδο-ενδοκρινολόγος Διαβητολόγος, Διευθυντής του Τμήματος Διαταραχών των Λιπιδίων, Παιδιατρικό Κέντρο Αθηνών
Ο σακχαρώδης διαβήτης τύπου 1 (ΣΔΤ1), μια χρόνια αυτοάνοση πάθηση, απαιτεί προσεκτική διαχείριση για τη ρύθμιση των επιπέδων σακχάρου στο αίμα. Με τη βοήθεια των τεχνολογικών εξελίξεων, των τροποποιήσεων του τρόπου ζωής και της ενθάρρυνση των οικογενειών, τα παιδιά με ΣΔΤ1 μπορούν να ζήσουν μια πλήρη ζωή στη σύγχρονη κοινωνία.
Η ταχεία πρόοδος στην ιατρική τεχνολογία έχει αλλάξει τον τρόπο με τον οποίο διαγνώσεις όπως ο ΣΔΤ1 επηρεάζουν τη ζωή των ασθενών. Οι συσκευές συνεχούς παρακολούθησης γλυκόζης (CGM) και οι αντλίες ινσουλίνης έχουν φέρει επανάσταση στον τρόπο με τον οποίο οι ασθενείς διαχειρίζονται την κατάσταση τους – ελαχιστοποιώντας τους κινδύνους για την υγεία και τους τρόπους με τους οποίους επηρεάζει τον ενεργό τρόπο ζωής.
Οι νέοι με ΣΔΤ1 που χρησιμοποιούν συσκευή συνεχούς παρακολούθησης γλυκόζης (CGM) σε πραγματικό χρόνο και αντλία ινσουλίνης έχουν σημαντικά υψηλότερο Χρόνο στη Ζώνη Στόχου (Time in Range), είναι πιο πιθανό να επιτύχουν συνιστώμενους στόχους και έχουν μικρότερη πιθανότητα σοβαρών ανεπιθύμητων ενεργειών σε σύγκριση με τους νέους που χρησιμοποιούν άλλες μεθόδους θεραπείας.
Μελέτη SWEET: Με έναν προτεινόμενο στόχο χρονικού εύρους (70-180 mg/dL) άνω του 70%, το ποσοστό των νέων που πετυχαίνουν αυτόν τον στόχο ήταν υψηλότερο μεταξύ εκείνων που χρησιμοποιούσαν CGM σε πραγματικό χρόνο συν μια αντλία ινσουλίνης (36,2%). Αυτό το ποσοστό ήταν το δεύτερο υψηλότερο μεταξύ εκείνων που χρησιμοποιούσαν CGM σε πραγματικό χρόνο συν χρήση ένεσης (20,9%), ακολουθούμενο από τη διαλειμματική σάρωση CGM συν χρήση ένεσης (12,5%), στη συνέχεια τη διαλειμματική σάρωση CGM συν χρήση αντλίας ινσουλίνης (11,3%).
Στην ίδια μελέτη φάνηκε ότι η χρήση CGM σε πραγματικό χρόνο με ή χωρίς αντλία ινσουλίνης συσχετίστηκε με μικρότερο ποσοστό νέων που εμφανίζουν σοβαρά υπογλυκαιμικά επεισόδια σε σύγκριση με τη χρήση CGM που σαρώθηκε κατά διαστήματα με ή χωρίς αντλία ινσουλίνης.
H πρόοδος στην τεχνολογία παρέχει σε οικογένειες έναν πιο άμεσο και ευκολότερο τρόπο παρακολούθησης και θεραπείας του διαβήτη του παιδιού τους, ακόμη και από απόσταση. Μειώνει περαιτέρω το άγχος του μελλοντικού προγραμματισμού για εξόδους και γεύματα. Και επιτρέπει μεγαλύτερη ευελιξία σε ένα παιδί που δραστηριοποιείται σε δραστηριότητες όπως ο αθλητισμός και ο χορός.
Σε συνδυασμό με τις τεχνολογικές εξελίξεις, οι τροποποιήσεις του τρόπου ζωής διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο στη διαχείριση του ΣΔΤ1. Η διατροφική εκπαίδευση και ο προγραμματισμός γευμάτων βοηθούν τα παιδιά να κάνουν ενημερωμένες επιλογές σχετικά με τη διατροφή τους, επιτρέποντας τον καλύτερο έλεγχο του σακχάρου στο αίμα. Η τακτική άσκηση είναι απαραίτητη, καθώς βελτιώνει την ευαισθησία στην ινσουλίνη και τη συνολική ευεξία. Επιπλέον, οι τεχνικές διαχείρισης του στρες, όπως ο διαλογισμός και η ενσυνειδητότητα, μπορούν να βοηθήσουν στη σταθεροποίηση των επιπέδων σακχάρου στο αίμα.
Η ενθάρρυνση των ατόμων με ΣΔΤ1 να αναλάβουν ενεργό ρόλο στη φροντίδα τους είναι υψίστης σημασίας. Η εκπαίδευση σχετικά με την πάθηση, τη διαχείρισή της και τις πιθανές επιπλοκές ενδυναμώνει τους ασθενείς ώστε να λαμβάνουν τεκμηριωμένες αποφάσεις. Ο καθορισμός ρεαλιστικών στόχων και η δημιουργία ενός δικτύου υποστήριξης από επαγγελματίες υγείας, οικογένεια και συνομηλίκους προάγει την αίσθηση ελέγχου και αυτοπεποίθησης.
Είναι κρίσιμο ο ασθενής και η οικογένειά του να λαμβάνουν ολοκληρωμένη ιατρική περίθαλψη και εκπαίδευση από μια πολυδιάστατη ομάδα επαγγελματιών, όπως αυτή στο Παιδιατρικό Κέντρο Αθηνών, η οποία είναι ενήμερη για τις τεχνολογικές επιλογές που είναι διαθέσιμες σήμερα, αλλά και για αυτές που βρίσκονται στον ορίζοντα.