Ενστάσεις της Επιτροπής Ισότητας της ΠΕΔΑ για την «υποχρεωτική συνεπιμέλεια»

480

Ενστάσεις της Επιτροπής Ισότητας της ΠΕΔΑ για την «υποχρεωτική συνεπιμέλεια»

Προβληματισμό και σοβαρές ενστάσεις εξέφρασε η Επιτροπή Ισότητας της Περιφερειακής Ένωσης Δήμων Αττικής (ΠΕΔΑ) για το νομοσχέδιο που αφορά ζητήματα οικογενειακού δικαίου, εστιάζοντας στο θέμα της «υποχρεωτικής συνεπιμέλειας».

Όπως χαρακτηριστικά επισημαίνει «η υποχρεωτική συνεπιμέλεια μετατρέπει το παιδί από υποκείμενο δικαιωμάτων σε αντικείμενο, το οποίο διαμοιράζεται μεταξύ των γονέων του με το χρονόμετρο».

Μάλιστα η Επιτροπή Ισότητας της ΠΕΔΑ ζήτησε συνεδρίαση του ΔΣ και τη λήψη απόφασης προκειμένου οι ενστάσεις της να διαβιβαστούν στο υπουργείο Δικαιοσύνης, από το οποίο ζητά, μεταξύ άλλων, την απόσυρση του νομοσχεδίου και την ίδρυση οικογενειακών δικαστηρίων.

Απόφαση που τελικά ελήφθη ομόφωνα κατόπιν  έγκρισης της εισήγησης της Επιτροπής.

«Το συμφέρον του παιδιού»
Στις ενδιαφέρουσες επισημάνσεις της Επιτροπής είναι και αυτή που αφορά την έννοια του συμφέροντος του παιδιού, που εισάγει το νομοσχέδιο.

Όπως εξηγεί «Το συμφέρον του παιδιού είναι μια αόριστη νομική έννοια η οποία εξειδικεύεται σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση. Δεν υπάρχει »ένα» συμφέρον για όλα τα παιδιά που να μπορεί να οριοθετήσει ο νομοθέτης με βάση αμιγώς ιεραρχικά κριτήρια. Το συμφέρον του παιδιού ορίζεται στο πλαίσιο της κάθε συγκεκριμένης οικογένειας με βάση τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της».

Με το νέο νομοσχέδιο, τονίζει η Επιτροπή «ο νομοθέτης εισάγει αυθαίρετα και οριζόντια τον ορισμό του συμφέροντος του παιδιού, ως το ίδιο για όλα τα παιδιά, αφαιρώντας από την/τον δικαστή τη δυνατότητα να κρίνει κατά περίπτωση και ανάλογα με τις κοινωνικές-οικονομικές δυνατότητες και τις δυναμικές, που αναπτύχθηκαν στην κάθε οικογένεια».

Η εισήγηση της Επιτροπής Ισότητας
Ειδικότερα, εισηγούμενη το θέμα, η Πρόεδρος της Επιτροπής Ισότητας και μέλος του Δ.Σ. της Π.Ε.Δ.Α., κα Μαρία Ανδρούτσου – Δήμαρχος Αγ. Δημητρίου, έθεσε υπόψιν των μελών του Δ.Σ. τα εξής:

«Το Σχέδιο Νόμου, που προβλέπει αναθεώρηση άρθρων του οικογενειακού δικαίου, που αφορούν στη ρύθμιση των σχέσεων, της επιμέλειας, μέριμνας και επικοινωνίας των γονέων και των ανήλικων τέκνων τους, εγείρει σειρά προβληματισμών που έχουν αναδειχθεί τόσο από την κοινωνία των πολιτών, τις φεμινιστικές και τις γυναικείες οργανώσεις, όσο και από μεγάλο μέρος της επιστημονικής και ακαδημαϊκής κοινότητας, αλλά και εξειδικευμένων επαγγελματικών φορέων.

Η Επιτροπή Ισότητας της ΠΕΔΑ στη 2η τακτική συνεδρίασή της, συζήτησε εκτενώς το θέμα και όλα τα μέλη της, που είναι αυτοδιοικητικά στελέχη, με μακρά συμμετοχή σε θέσεις άσκησης κοινωνικής πολιτικής, ΟΜΟΦΩΝΑ αποφάσισαν να εισηγηθούν στο Δ.Σ της ΠΕΔΑ
λήψη απόφασης, προκειμένου να διαβιβαστεί στο Υπουργείο Δικαιοσύνης.

Στο πλαίσιο αυτό και έπειτα από ενδελεχή έρευνα όλων όσων επίσημα έχουν κατατεθεί κατά τη διάρκεια της Διαβούλευσης, προσυπογράφουμε τους κάτωθι προβληματισμούς:

1. Ήδη από τη μεταρρύθμιση του οικογενειακού δικαίου το 1983, είχε καταστεί δυνατή η συνεπιμέλεια ακόμη και με εναλλασσόμενη διαμονή του τέκνου. Αυτό είτε αποφασιζόταν από το δικαστήριο, ύστερα από σχετική συμφωνία των γονέων, είτε από μόνο το δικαστήριο, πάντοτε όμως με κριτήριο το συμφέρον του παιδιού.

Το συμφέρον του παιδιού είναι μια αόριστη νομική έννοια η οποία εξειδικεύεται σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση. Δεν υπάρχει ‘ένα’ συμφέρον για όλα τα παιδιά που να μπορεί να οριοθετήσει ο νομοθέτης με βάση αμιγώς ιεραρχικά κριτήρια.

Το συμφέρον του παιδιού ορίζεται στο πλαίσιο της κάθε συγκεκριμένης οικογένειας με βάση τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της. Η υποχρεωτική «συνεπιμέλεια» μετατρέπει το παιδί από υποκείμενο δικαιωμάτων σε αντικείμενο, το οποίο διαμοιράζεται μεταξύ των γονέων του με το χρονόμετρο.

2. Μέχρι σήμερα, κάθε παιδί ήταν μοναδικό και την ιστορία του την εξέταζε ξεχωριστά ο/η δικαστής, καθιστώντας τις ισχύουσες διατάξεις του Οικογενειακού Δικαίου από τις πλέον προοδευτικές στην Ευρώπη.

Με το νέο σχέδιο Νόμου ο νομοθέτης εισάγει αυθαίρετα και οριζόντια τον ορισμό του συμφέροντος του παιδιού, ως το ίδιο για όλα τα παιδιά, αφαιρώντας από την/τον δικαστή τη δυνατότητα να κρίνει κατά περίπτωση και ανάλογα με τις κοινωνικές-οικονομικές δυνατότητες και τις δυναμικές, που αναπτύχθηκαν στην κάθε οικογένεια.

3. Με το άρθρο 7 του Νομοσχεδίου, με το οποίο αντικαθίσταται το άρθρο 1513 ΑΚ («Διαζύγιο ή ακύρωση του γάμου – διάσταση των συζύγων»), ορίζεται ότι: «Στις περιπτώσεις διαζυγίου ή ακύρωσης του γάμου ή λύσης του συμφώνου ελεύθερης συμβίωσης ή διακοπής της συμβίωσης των συζύγων και εφόσον ζουν και οι δύο γονείς, εξακολουθούν να ασκούν από κοινού και εξίσου τη γονική μέριμνα (…)».

Παρόλο που απαλείφθηκε η διάταξη περί καθιέρωσης «υποχρεωτικής συνεπιμέλειας», τελικά δεν αποφεύχθηκε η διατύπωση της «εξίσου» άσκησης της γονικής, η οποία κατ’ ουσία μετατρέπει την γονική μέριμνα σε «μέγεθος», που σημαίνει ότι η γονική μέριμνα από ένα κατ’ αρχάς αναφαίρετο γονεϊκό δικαίωμα και υποχρέωση, μετατρέπεται πλέον σε έννοια δεκτική ποσοτικής μέτρησης, με ενδεχόμενη δυνατότητα αφαίρεσης εκφάνσεων ή ανακατανομής της άσκησής της.

4. Η προτεινόμενη υποχρεωτική εναλλασσόμενη διαμονή του παιδιού είναι προβληματική, χωρίς τη σύμφωνη γνώμη και των δύο γονέων και χωρίς να έχουν προηγηθεί έρευνες και μελέτες που θα καταδεικνύουν πέρα από κάθε αμφιβολία, ότι η ομαλή σωματική και ψυχοκοινωνική ανάπτυξη του παιδιού δεν θα επηρεάζεται από τη μη σταθερότητα στο περιβάλλον, τις συνθήκες ζωής και του βασικού φροντιστή του.

5. Είναι πολύ σημαντικό να υπογραμμιστεί, πως η ρύθμιση αυτή θα διογκώσει το φαινόμενο των περιστατικών ενδοοικογενειακής βίας, καθώς με αφορμή τη συνεπιμέλεια, ο κακοποιητικός γονέας θα βρίσκει νόμιμες αφορμές να παρεμβαίνει και να συνεχίζει την κακοποιητική συμπεριφορά, ενώ παράλληλα θα καταστήσει το ζήτημα της καταβολής διατροφής ακόμα πιο προβληματικό.

Εξάλλου, με βάση το σχέδιο Νόμου, ο κακοποιητικός γονέας, ακόμη και αν έχει καταδικαστεί πρωτόδικα, θα μπορεί να έχει (1/3) επικοινωνία με το παιδί και πρόσβαση στην κακοποιημένη πρώην σύζυγο που έχει την κύρια επιμέλεια, μέχρι την ΑΜΕΤΑΚΛΗΤΗ καταδίκη του.

Αυτό για τα ελληνικά ποινικά δικαστήρια, συνιστά πολυετή υπόθεση, προκειμένου να αφαιρεθεί τελικά η γονική μέριμνα από τον αμετακλήτως καταδικασθέντα γονέα, με αποτέλεσμα να παραμένει επί της ουσίας απροστάτευτο το τέκνο.

Πρέπει να σημειωθεί ότι το -προς ψήφιση- νομοσχέδιο έρχεται σε ευθεία αντίθεση με σωρεία διατάξεων:

– της Διεθνούς Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Παιδιού,
– της Διεθνούς Σύμβασης της Κωνσταντινούπολης για την πρόληψη και τη
καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών και της ενδοοικογενειακής βίας,
– της ΕΣΔΑ και την Σύμβαση για την Εξάλειψη όλων των μορφών διακρίσεως κατά των γυναικών.

Οι Δήμοι, ως ο εγγύτερος φορέας του Κράτους στους πολίτες, έχουν στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων τους καί την προστασία των παιδιών, αλλά καί την προάσπιση των δικαιωμάτων τους. Οι Κοινωνικές Υπηρεσίες των Δήμων αντιμετωπίζουν πολύ συχνά περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας και παραμέλησης ανηλίκων, διαμεσολαβώντας προς τις εισαγγελικές αρχές για αυτά τα περιστατικά. Τα στελέχη των Κοινωνικών Υπηρεσιών γίνονται μάρτυρες των προβλημάτων και των επιπτώσεων που δημιουργούνται σε γονείς και παιδιά, εξαιτίας μη συναινετικών διαζυγίων, αλλά πρωτίστως των βλαβών, σωματικών και ψυχικών, που οι κακοποιητικοί γονείς προκαλούν.

Κατόπιν όλων αυτών, και με γνώμονα την προστασία και το πραγματικό συμφέρον των παιδιών, προτείνουμε:

√ Την άμεση απόσυρση του Νομοσχεδίου.

√ Την ίδρυση οικογενειακών δικαστηρίων.

√ Την ίδρυση σώματος οικογενειακών κοινωνικών λειτουργών, όπως προβλέπεται από το Ν. 2447/1996, που σε συνεργασία με τον δικαστικό διαμεσολαβητή, θα λειτουργήσουν ουσιαστικά και προωθητικά στην εμπέδωση μιας ουσιαστικά συναινετικής κουλτούρας σε ό,τι αφορά στη μέριμνα και την επιμέλεια των παιδιών».

Η απόφαση του ΔΣ της ΠΕΔΑ
Το Δ.Σ. της Π.Ε.Δ.Α. αφού έλαβε υπόψιν την εισήγηση της Προέδρου της Επιτροπής Ισότητας, κας Μ.Ανδρούτσου, μετά από διαλογική συζήτηση, αποφάσισε ομόφωνα, την έγκριση της εισήγησης της Επιτροπής Ισότητας, σχετικά με το Σχέδιο Νόμου: «Μεταρρυθμίσεις, αναφορικά με τις σχέσεις γονέων και τέκνων και άλλα ζητήματα οικογενειακού Δικαίου».

«Η παρούσα να σταλεί στο Υπουργείο Δικαιοσύνης και στην Κ.Ε.Δ.Ε» καταλήγει το επίσημο έγγραφο.

Πηγή: in.gr