Πώς οργανώθηκε η ακροδεξιά μετάλλαξη και η εγκατάλειψη του «μεσαίου χώρου».
Συμπληρώθηκε την περασμένη Δευτέρα το πρώτο εξάμηνο της νέας κυβέρνησης υπό τον Κυριάκο Μητσοτάκη και όλα δείχνουν ότι ο πολιτικός σχεδιασμός της Ν.Δ. στηρίζεται σε έναν σκληρό δεξιό προσανατολισμό με επαναφορά σε θέσεις που θυμίζουν περισσότερο την προδικτατορική ΕΡΕ και τον ΛΑΟΣ, παρά το μεταπολιτευτικό κόμμα που ίδρυσε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής.
Η πρώτη σκέψη που γεννά αυτή η διαπίστωση είναι ότι απλά η Ν.Δ. ακολουθεί την πορεία πολλών ευρωπαϊκών συντηρητικών κομμάτων. Η οπισθοχώρηση σε αντιδραστικά αφηγήματα προηγούμενων δεκαετιών, σε συνδυασμό με την υιοθέτηση μεγάλου μέρους της ατζέντας των ξενόφοβων και αντιμεταναστευτικών ακροδεξιών κομμάτων, οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια σε πολιτικές επιλογές όπως αυτές στις οποίες φαίνεται ότι έχει καταλήξει ο κ. Μητσοτάκης.
Αλλά η σημερινή μορφή της Ν.Δ. δεν είναι δημιούργημα του τωρινού της προέδρου. Απλώς ο ίδιος ακολουθεί την πεπατημένη μιας δεκαετίας. Για την ακρίβεια, η σημερινή εικόνα της Ν.Δ. έχει τις ρίζες της σε μια θεαματική στροφή που πραγματοποιήθηκε πριν από δέκα χρόνια, την περίοδο που το κόμμα περνούσε από τα χέρια του Κώστα Καραμανλή σ’ εκείνα του Αντώνη Σαμαρά.
Η μεγάλη στροφή του 2009
Η ήττα της Ν.Δ. από το ΠΑΣΟΚ στις ευρωεκλογές του 2009 με διαφορά 4,4 ποσοστιαίες μονάδες (7.6.2009) έθεσε τον Κώστα Καραμανλή μπροστά στο δίλημμα να προχωρήσει άμεσα σε εκλογές ή να εξαντλήσει το όριο που είχε μέχρι την εκλογή Προέδρου στις αρχές της επόμενης χρονιάς. Ξεκίνησε τότε ένα μπαράζ δημοσιευμάτων και τηλεοπτικών σχολιασμών που απέδιδε την ήττα στη στρατηγική του «μεσαίου χώρου» που ακολουθούσε έως τότε το κυβερνητικό κόμμα και απαιτούσε από τον κ. Καραμανλή να στραφεί προς τα δεξιά για να κερδίσει πάλι το μεγάλο ακροατήριο της «εθνικής παρατάξεως». Οι καθαρόαιμες δεξιές εφημερίδες στράφηκαν άμεσα εναντίον του πρωθυπουργού, στοχοποιώντας τους πολιτικούς του συμβούλους και κυρίως τον επικοινωνιολόγο Γιάννη Λούλη, στον οποίο απέδιδαν την «εμμονή» στη θεωρία του μεσαίου χώρου που στοίχισε στη Ν.Δ. την απομάκρυνση από τη γνήσια Δεξιά.
Το ενδιαφέρον όμως είναι ότι στην ίδια κατεύθυνση φάνηκαν να στρατεύονται και οι παραδοσιακές εφημερίδες του Κέντρου, με πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα τα έντυπα του συγκροτήματος Λαμπράκη. Το σχετικό άρθρο του «Βήματος» μια βδομάδα μετά τις εκλογές επιγραφόταν «Η δεξιά στροφή του κ. Καραμανλή» και υποστήριζε ότι ο πρωθυπουργός είχε «λάβει το μήνυμα των ψηφοφόρων» και κατά συνέπεια είχε αποφασίσει να ακολουθήσει την «ατζέντα Καρατζαφέρη». «Προς το παρόν, πάντως, ο πρωθυπουργός δείχνει ότι αξιοποιεί τα μηνύματα των ευρωεκλογών», έγραφε ο Βασίλης Χιώτης, «υιοθετώντας στην πολιτική του την ατζέντα που έθεσε προεκλογικά ο Γ. Καρατζαφέρης. Το πρώτο θέμα με το οποίο ασχολήθηκε μετά τις ευρωεκλογές η κυβέρνηση ήταν το θέμα της δημόσιας ασφάλειας και των λαθρομεταναστών, ομολογώντας με αυτόν τον τρόπο ότι σε αυτόν τον τομέα πλήρωσε βαρύ πολιτικό κόστος λόγω της ανυπαρξίας αποτελεσματικής στρατηγικής. Στην ατζέντα Καρατζαφέρη εντάσσεται και η συζήτηση που έχει ανοίξει στο εσωτερικό της Ν.Δ. για τα πρόσωπα που πρέπει να αποκλειστούν από τις επόμενες εκλογικές λίστες» («Το Βήμα», 14.6.2009).
Σαφέστερος υπήρξε στο ίδιο φύλλο της εφημερίδας ο Γιάννης Πρετεντέρης, που φημίζεται εξάλλου για την πολιτική του αθυροστομία. «Ολα δείχνουν», έγραφε ο αρθρογράφος, «ότι για πρώτη φορά από το 1974, οι επόμενες εκλογές δεν θα κριθούν στο Κέντρο. Θα κριθούν στα δεξιά. […] Για να το πω απλά, το ματς Καραμανλής-Παπανδρέου που περιμέναμε ανήκει ήδη στο προεκλογικό παρελθόν. Τώρα το ντέρμπι είναι Καραμανλής-Καρατζαφέρης. Είτε ο Καραμανλής θα αφομοιώσει τη “Δεξιά” και θα κερδίσει τις εκλογές. Είτε δεν θα την αφομοιώσει και θα τις χάσει».
Ο αρθρογράφος σημειώνει με νόημα ότι «στις δημοσκοπήσεις περίπου το 70% των ψηφοφόρων της Ν.Δ. δεν θεωρεί τον ΛΑΟΣ “ακραίο κόμμα”» και καταλήγει σε έναν ύμνο προς τον Καρατζαφέρη: «Λυπάμαι που το λέω, αλλά ο Καρατζαφέρης μίλησε για αυτά που δεν μιλούν οι άλλοι. Η περίφημη “ατζέντα Καρατζαφέρη” δεν είναι παρά η αυτονόητη ατζέντα της καθημερινότητας του Ελληνα πολίτη. Δεν θα είχε καν κομματικό πρόσημο αν τα κόμματα άφηναν λίγο την ίντριγκα για να ασχοληθούν και με τη ζωή των ψηφοφόρων τους. Είναι κρίμα να χαρίζουμε στον Καρατζαφέρη το αυτονόητο». Σε σύγκριση με τον Καρατζαφέρη, ο Πρετεντέρης θεωρεί αποτυχημένη την κυβέρνηση Καραμανλή, «η οποία δεν απέτυχε απλώς ως κυβέρνηση αλλά ως συντηρητική κυβέρνηση: ως μια κυβέρνηση, δηλαδή, που αν μη τι άλλο θα διασφάλιζε την τάξη, την ασφάλεια, την ιεραρχία, το οργανωμένο κράτος και θα χαρακτηριζόταν από τις αυστηρές συμπεριφορές όσων ασκούσαν την εξουσία». Είναι εντυπωσιακή η ομοιότητα της περιγραφής με την εικόνα που θέλει να προβάλει η προπαγάνδα της σημερινής κυβέρνησης.
Και για να μη μείνει παραπονεμένο το ΠΑΣΟΚ, παρόμοια κριτική απευθυνόταν και προς την Κεντροαριστερά: «Μιλούσαν για αριστερή στροφή, όταν η βάρκα έστριβε στον Καρατζαφέρη» («Οι εκλογές θα κριθούν δεξιά», «Το Βήμα», 14.6.2009).
Το μήνυμα ήταν λάθος, αλλά ελήφθη
Η ανάλυση του «Βήματος» αποδείχτηκε απολύτως λανθασμένη. Οχι μόνο δεν κρίθηκε «δεξιά» το αποτέλεσμα των βουλευτικών εκλογών στις 4.10.2009, αλλά η επικράτηση του ΠΑΣΟΚ υπήρξε συντριπτική, ακριβώς επειδή κέρδισε τη μάχη του Κέντρου. Τα αποτελέσματα (ΠΑΣΟΚ 43,92%, Ν.Δ. 33,47%, ΚΚΕ 7,54%, ΛΑΟΣ 5,63%, ΣΥΝ 4,60%) δείχνουν ότι δεν έφτανε στη Ν.Δ. ο προσεταιρισμός των ψηφοφόρων του ΛΑΟΣ ή ακόμα και του ίδιου του Καρατζαφέρη. Ο λόγος που υιοθετήθηκε από μεγάλη μερίδα των μέσων ενημέρωσης αυτή η γραμμή, δηλαδή η προώθηση συνεργασίας Ν.Δ.-ΛΑΟΣ, σχετιζόταν βέβαια με το γεγονός ότι το κόμμα Καρατζαφέρη είχε ξεπεράσει σε ψήφους τον Συνασπισμό και η υπερπροβολή του θεωρήθηκε αντίβαρο στη ριζοσπαστικοποίηση της νεολαίας που είχε διαφανεί μετά τη δολοφονία του Αλ. Γρηγορόπουλου.
Αυτό έχει μεγάλη σημασία αν συνυπολογίσει κανείς ότι μετά την ήττα στις ευρωεκλογές η κυβέρνηση Καραμανλή επιχείρησε ήδη να συμμορφωθεί σ’ αυτή την πίεση των μέσων ενημέρωσης που την ωθούσαν να στραφεί στη «σοβαρή» Ακροδεξιά. Τα πρώτα μέτρα που σκέφτηκε η κυβέρνηση Καραμανλή για να αλλάξει το κλίμα εν όψει βουλευτικών εκλογών έδειξαν ότι αποδέχτηκε ως λύση πανικού τη δεξιά στροφή. Το μόνο που ανακοινώθηκε ήδη στις αρχές του καλοκαιριού ήταν η πάταξη της «λαθρομετανάστευσης» με αυστηροποίηση των ποινών και υποχρεωτικό εγκλεισμό των μεταναστών που εισέρχονται χωρίς χαρτιά στην ελληνική επικράτεια.
Στις τηλεοπτικές ειδήσεις η ανακοίνωση παρουσιάστηκε ως «μέτρα για τους μετανάστες λόγω ΛΑΟΣ» («Alter», 10.6.2009). Ενδεικτική είναι και η απόπειρα λίγες μέρες πριν από τις βουλευτικές εκλογές να επιβληθεί από τότε αυτό που τελικά έγινε πράξη από την κυβέρνηση Κυριάκου Μητσοτάκη: η πλήρης κατάργηση του πανεπιστημιακού ασύλου. Το ανακοίνωσε ο Κώστας Καραμανλής μιλώντας στον Νίκο Χατζηνικολάου: «Είπα λοιπόν να πάμε πιο αυστηρά. Να σκεφτούμε ακόμα και την πλήρη κατάργηση του πανεπιστημιακού ασύλου» («Alter», 28.9.2009).
Για το πόσο επέδρασε εκείνη την περίοδο αυτή η επιταγή της δεξιάς στροφής χαρακτηριστικό είναι και το γεγονός ότι ακόμα και η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, που ήρθε στα πράγματα ως υπερασπίστρια των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και αντιδεξιά, ανέθεσε τον τομέα της Δημόσιας Τάξης στον μπαρουτοκαπνισμένο Μιχάλη Χρυσοχοΐδη, και εκείνος, μόλις μια βδομάδα μετά τις εκλογές, ανακοίνωσε –τι άλλο;– αυστηρή αστυνόμευση στα Εξάρχεια («Mega», 11.10.2009).
Η πρώτη φάση της αρχηγίας Σαμαρά
Κάτω από το βάρος αυτών των πιέσεων που ασκούσε μεγάλη μερίδα των μέσων ενημέρωσης προς τη Ν.Δ. με το αίτημα να εγκαταλείψει οριστικά τον μεσαίο χώρο και να υιοθετήσει την ατζέντα Καρατζαφέρη, πραγματοποιήθηκε η επιλογή νέου αρχηγού μετά την παραίτηση Καραμανλή. Τελικά επικράτησε ο Αντώνης Σαμαράς που εξέφραζε αυτή την ακροδεξιά παλινδρόμηση του κόμματος και στην αρχή παρουσιαζόταν ως αουτσάιντερ, αλλά τελικά ξεπέρασε με άνεση την κύρια αντίπαλό του, Ντόρα Μπακογιάννη. Και παρά το γεγονός ότι ήταν εκείνος που ευθυνόταν για την πτώση της κυβέρνησης Κωνσταντίνου Μητσοτάκη το 1993, η πίεση για τη στροφή προς τα δεξιά λειτούργησε ως κολυμβήθρα του Σιλωάμ για τον έως τότε θεωρούμενο αποστάτη. Κάτω, μάλιστα, από την ίδια πίεση, συνέβη το εκ πρώτης όψεως παράδοξο: να συνταχθούν υπέρ της υποψηφιότητας Σαμαρά τόσο ο «μεσαιοχωρίτης» Δημήτρης Αβραμόπουλος (ο οποίος απέσυρε την αρχική του υποψηφιότητα) όσο και το καραμανλικό στρατόπεδο.
Περιττό να θυμίσουμε ότι η εκλογή αυτή έγινε δεκτή με ενθουσιασμό από τα ίδια μέσα ενημέρωσης που την εύχονταν: «Επιτέλους αποκτήσαμε Δεξιά», πανηγύριζε ο Γ. Πρετεντέρης και αφού εξηγούσε ότι ήμασταν η μόνη χώρα στην Ευρώπη που είχαμε «εξαφανίσει» τη Δεξιά, προέβλεπε και την επικείμενη επικράτησή της: «Αν ο Σαμαράς κάνει πράξη τη λαϊκή και ακομπλεξάριστη Δεξιά που υποσχέθηκε, μπορεί να βρει ακροατήριο στο ΠΑΣΟΚ ευκολότερα απ’ όσο νομίζουν ορισμένοι. Διότι ούτε το “λαϊκό” ούτε το “δεξιό” έχουν συγκεκριμένο χρώμα» («Η βαθιά Δεξιά», «Το Βήμα», 1.12.2009).
Μη φανταστεί κανείς ότι στον νέο αρχηγό δόθηκε χρόνος να προσαρμόσει την πολιτική της Ν.Δ. Τα ίδια μέσα ενημέρωσης του υπέβαλαν από την πρώτη μέρα τους όρους που θα έπρεπε να πολιτευθεί: «Αυτά που θα πει ο νέος αρχηγός της Ν.Δ. [πρέπει] πρώτον, να υπηρετούν την αναπαλαίωση της παρατάξεώς του, όπως δεσμεύτηκε προκειμένου να κερδίσει την αρχηγία. Να προσφέρει, δηλαδή, στη “βαθιά Δεξιά” που τον στήριξε και τον εξέλεξε το κόμμα που της υποσχέθηκε. Ως τώρα όλες οι επιλογές προσώπων που έχει κάνει δείχνουν να υπακούουν πλήρως σε αυτήν τη λογική. Δεύτερον, να εξαργυρώνουν την υποχρέωσή του στον Καραμανλή, ο οποίος τον έσπρωξε με όση δύναμη διέθετε ακόμη. […] Τρίτον, να μην αφήνουν χώρο στον Καρατζαφέρη (δεξιά) και στο ΠΑΣΟΚ (στο Κέντρο). Ηδη, στα σημαντικότερα θέματα της πολιτικής ατζέντας που τίθενται από την κυβέρνηση ή τον ΛΑΟΣ, η Ν.Δ. προτιμά να σιωπά. Ωραία, αλλά πόσο μπορεί να κρατήσει αυτό; Η σιωπή δεν είναι πολιτική» («Το πλεονέκτημα του Σαμαρά», «Το Βήμα», 5.1.2010).
Λίγες μέρες αργότερα ο ίδιος αρθρογράφος θα διαπίστωνε με χαρά ότι οι υποδείξεις του για σύμπραξη Σαμαρά-Καρατζαφέρη είχαν ήδη εισακουστεί: «Δεν νομίζω να αποτελεί έκπληξη. Με την πρώτη ευκαιρία, μόλις μπήκε στην κουβέντα ένα πραγματικό πρόβλημα της κοινωνίας, ο Σαμαράς βρέθηκε χέρι χέρι με τον Καρατζαφέρη. Αναμενόμενο. Και ώς ένα σημείο λογικό. Οι επιδόσεις του ΛΑΟΣ στις δημοσκοπήσεις παραμένουν αξιοσημείωτες και διαψεύδονται όσοι αφελείς προέβλεπαν ότι άμα τη εμφανίσει Σαμαρά ο Καρατζαφέρης θα βρεθεί εκτός Βουλής» («Χέρι χέρι», «Το Βήμα» 13.1.2010). Αφορμή αυτής της σύγκλισης Ν.Δ. και ΛΑΟΣ στην αντιπολίτευση ήταν η πολιτική της κυβέρνησης Γ. Παπανδρέου που θεωρήθηκε υπερβολικά «φιλομεταναστευτική».
Η ιδιαιτερότητα της ελληνικής Ακροδεξιάς
Η ευκολία με την οποία η Ν.Δ. πείστηκε από τα μέσα ενημέρωσης να τείνει το δικό της χέρι στο απλωμένο του Καρατζαφέρη και να αποδεχτεί τη δική του θεωρία περί «δεξιάς πολυκατοικίας» σχετίζεται ασφαλώς και με την ιδιαιτερότητα του ΛΑΟΣ. Το κόμμα αυτό και τα στελέχη του δεν ανήκαν στην κατηγορία των ευρωπαϊκών ακροδεξιών κομμάτων που ανέπτυσσαν τότε μια «αντικαπιταλιστική» ή πάντως «φιλολαϊκή» ρητορική. Αντίθετα οι Καρατζαφέρης, Γεωργιάδης, Βορίδης κ.ά. είναι σκληρά νεοφιλελεύθεροι και λειτούργησαν από τις αρχές του 2009 ως «λαγοί» των πιο σκληρών αντιλαϊκών μέτρων: ζητούσαν κατάργηση εργατικών δικαιωμάτων, κατάργηση της φορολογίας των επιχειρήσεων, νομιμοποίηση του μαύρου χρήματος, κατάργηση του «πόθεν έσχες», θεσμοποίηση της παραοικονομίας, ξεπούλημα των δημόσιων οργανισμών. Μέχρι και κυβέρνηση υπό τον τραπεζίτη Παπαδήμο είχε ζητήσει ο Καρατζαφέρης τρία χρόνια προτού αυτό γίνει πράξη.
Αυτός είναι ο λόγος που έγινε τόσο δημοφιλής στα μέσα ενημέρωσης των μεγαλοεπιχειρηματιών ο κ. Καρατζαφέρης. Το εξήγησε με απλό τρόπο στο πρωτοσέλιδο της εφημερίδας του ο Αλέξης Παπαχελάς, εξυμνώντας τον αρχηγό του ΛΑΟΣ που «ψήφισε το μνημόνιο αγνοώντας τον μεγάλο κίνδυνο να χάσει ένα σημαντικό κομμάτι από την πελατεία του» και που συναίνεσε στην εκποίηση της δημόσιας περιουσίας: «Οταν όλοι έβγαιναν στις τηλεοράσεις και θρηνούσαν για τα 50 δισ. ευρώ της δημόσιας περιουσίας, ο κ. Καρατζαφέρης βγήκε και μίλησε απλά και χωρίς πολλά πολλά: “Οταν βρίσκεσαι σε πόλεμο, τι κάνεις; Δεν πουλάς και τα ασημικά σου για να αγοράσεις όπλα και να τα βγάλεις πέρα; Ε, λοιπόν, πόλεμο έχουμε και τώρα”. Απλές κουβέντες που δεν μπλέκονται σε περισπούδαστες αναλύσεις και βγάζουν νόημα». Σύμφωνα με τον κ. Παπαχελά, «ο αρχηγός του ΛΑΟΣ έπιασε όμως και τον σφυγμό της κοινής γνώμης σε ένα κρίσιμο θέμα, αυτό του “νόμου και της τάξης”. Η αριστερόστροφη πολιτική ορθότης που μας επεβλήθη για πολλά χρόνια δεν επέτρεπε να τεθούν τέτοια ζητήματα. Ο κ. Καρατζαφέρης τα έθεσε πολύ πριν τα ανακαλύψει το ΠΑΣΟΚ ή, βεβαίως, και η Νέα Δημοκρατία» («Γιατί ανεβαίνει ο ΛΑΟΣ», «Η Καθημερινή», 11.3.2011).
Μια ακροδεξιά Ιφιγένεια
Η συνέχεια είναι γνωστή. Υπό τις επευφημίες των εκδοτικών συγκροτημάτων και των μεγάλων καναλιών συγκροτήθηκε στις 11.11.2011 η τρικομματική κυβέρνηση Παπαδήμου (ΠΑΣΟΚ, Ν.Δ. και ΛΑΟΣ), στην οποία το κόμμα του κ. Καρατζαφέρη κατά παράδοξο τρόπο έπαιξε τον ρόλο του Κέντρου, δηλαδή της συγκολλητικής ύλης. Η παλιά αντιπαλότητα απέκλειε μια δικομματική σύμπραξη ΠΑΣΟΚ και Ν.Δ., παρά το γεγονός ότι με τους δεδομένους συσχετισμούς στη Βουλή ένα παρόμοιο σχήμα θα διέθετε άνετη πλειοψηφία. Δέχτηκε, λοιπόν, ο κ. Καρατζαφέρης να κρατήσει το φανάρι σε αυτή τη σύμπραξη των δύο έως τότε αταίριαστων εταίρων, ελπίζοντας μ’ αυτόν τον τρόπο να κατοχυρώσει τη θέση του «εθνικού ηγέτη». Είναι γνωστό ότι η συμμετοχή αυτή του ΛΑΟΣ αποδοκιμάστηκε από μερίδα των οπαδών του που μετέφεραν την «αντισυστημική» τους ψήφο στη Χρυσή Αυγή λίγους μήνες αργότερα (εκλογές Μαΐου και Ιουνίου 2012). Ο Καρατζαφέρης λειτούργησε σαν Ιφιγένεια της Ακροδεξιάς. Μπορεί το κόμμα του να απέτυχε από τότε να περάσει το όριο του 3%, αλλά τα στελέχη που ο ίδιος είχε επιλέξει για υπουργούς (Αδωνις Γεωργιάδης, Μάκης Βορίδης) εντάχθηκαν στη Ν.Δ. και μάλιστα εξ αρχής ως ηγετικά της στελέχη.
Ο Αντώνης Σαμαράς έπαιξε πριν από τις εκλογές του 2012 το χαρτί του σκληρού δεξιού με εθνικιστικό και αντιμεταναστευτικό λόγο, αδιαφορώντας που μ’ αυτόν τον τρόπο παρείχε πολιτική νομιμοποίηση στην προπαγάνδα της Χρυσής Αυγής. Αλλωστε δεν έχουμε ξεχάσει ότι μέχρι το φθινόπωρο του 2013 διατήρησε τον υπόγειο δεσμό με τη ναζιστική οργάνωση, μέσω του στενού του συνεργάτη Τάκη Μπαλτάκου, παλιού συναγωνιστή του Μιχαλολιάκου στο «Κόμμα 4ης Αυγούστου».
Αυτή η σκληρή δεξιά σφραγίδα που φέρει η Ν.Δ. από το 2009 ακολούθησε και τον Κυριάκο Μητσοτάκη από τότε που αναδείχτηκε νέος αρχηγός του κόμματος μέσω της συμμαχίας του με τον Αδ. Γεωργιάδη. Και βέβαια ενισχύθηκε την τελευταία περίοδο πριν από τις εκλογές του 2019, όταν αφέθηκε ο Αντώνης Σαμαράς να αναπτύσσει τη δική του ακραία εθνικιστική πλατφόρμα στο Μακεδονικό και να κερδοσκοπεί πολιτικά υποδαυλίζοντας έναν νέο εθνικό διχασμό.
Το συμπέρασμα είναι ένα. Το κόμμα που κυβερνά σήμερα είναι δέσμιο της ατζέντας που του επέβαλαν τα μέσα ενημέρωσης και τα μεγάλα επιχειρηματικά συμφέροντα πριν από δέκα χρόνια. Και μπορεί ο ίδιος ο Καρατζαφέρης να έχει μείνει εκτός πολιτικής με το παράπονο της Ιφιγένειας, αλλά τουλάχιστον έχει την ικανοποίηση ότι η πολιτική του εφαρμόζεται σήμερα στο σύνολό της και μάλιστα με πιο αγοραίο τρόπο από εκείνον που είχε ο ίδιος ονειρευτεί.