Επιπλέον οι εργαζόμενοι στη συντριπτική τους πλειονότητα (86%) υποστηρίζουν την καθολική κάλυψη όλων των εργαζομένων και την υποχρεωτική ισχύ για όλες τις επιχειρήσεις των συλλογικών συμβάσεων εργασίας. Παράλληλα, το 83% θεωρεί ότι οι συλλογικές συμβάσεις αποτελούν σημαντικό παράγοντα προστασίας των εργαζόμενων και επίτευξης ισότιμων συνθηκών εργασίας.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας:
· Σε ό,τι αφορά το μηνιαίο εισόδημα μόνο ένα 40% των ερωτηθέντων δηλώνει ότι ο μισθός του επαρκεί για την κάλυψη των μηνιαίων εξόδων, ενώ το 88% δηλώνει ότι έχει μειώσει τις δαπάνες του σε βασικά ήδη διατροφής προκειμένου να ανταπεξέλθει. Παράλληλα, 7 στους 10 εργαζομένους (71% των ερωτηθέντων) δηλώνει ότι είτε χρησιμοποιεί μέρος των αποταμιεύσεων του (34%), είτε ότι δεν διαθέτει καθόλου αποταμιεύσεις (37%), προκειμένου να αντιμετωπίσει τα έξοδα του μήνα.
· Σχεδόν 6 στους 10 εργαζόμενους (58%) που ενοικιάζουν κατοικία, ξοδεύουν πάνω από το 40% του μηνιαίου εισοδήματός του σε δαπάνες ενοικίου, και θέρμανσης. Την ίδια ώρα σχεδόν 1 στους 2 εργαζομένους με ιδιόκτητη κατοικία ξοδεύει πάνω από το 20% του μηνιαίου εισοδήματός του για αποπληρωμή στεγαστικών δανείων και θέρμανση.
· Σε ό,τι αφορά τους μισθούς, το 43% των εργαζομένων δηλώνει ότι έλαβε αύξηση το 2024, ποσοστό που σε σημαντικό βαθμό συμπίπτει με το ποσοστό των εργαζομένων που αμείβονται με τον κατώτατο μισθό. Tο 57% των εργαζομένων δηλώνει ότι δεν είχε καμιά αύξηση στο ύψος του μισθού του.
· Τέλος, σε ό,τι αφορά τον χρόνο εργασίας, το 40% δηλώνει ότι εργάζεται πέρα του προβλεπόμενου χρόνου εργασίας και μάλιστα το 43% υπερβαίνει τις τέσσερις ώρες σε εβδομαδιαία βάση. Την ίδια ώρα περίπου 1 στους 3 εργαζομένους (36%) δηλώνει ότι δεν αμείβεται για τις πρόσθετες ώρες εργασίας του.
Σχολιάζοντας τα ευρήματα της έρευνας η ΓΣΕΕ θεωρεί ότι επιβεβαιώνεται για ακόμη μια φορά η παγίωση της τάσης που κατατάσσει την χώρα μας στις τελευταίες θέσεις της ΕΕ-27 σε ό,τι αφορά τα ποσοστά κάλυψης των εργαζομένων από συλλογικές συμβάσεις.
Η έρευνα διεξήχθη και ανακοινώνεται σε μια συγκυρία όπου το επίπεδο διαβίωσης των μισθωτών συνεχίζει να δέχεται αμείωτες πιέσεις από την συνεχιζόμενη ακρίβεια και το υψηλό κόστος στέγασης, την ίδια ώρα που ο κοινωνικός διάλογος συνεχίζει να έχει περιορισμένη επίδραση τόσο στο ύψος των μισθών, όσο και στην ποιοτική βελτίωση των όρων εργασίας.
Από το σύνολο των απαντήσεων της έρευνας επιβεβαιώνεται για ακόμη μια φορά η υψηλή εμπιστοσύνη των εργαζομένων στον θεσμικό ρόλο των συλλογικών συμβάσεων και των συλλογικών διαπραγματεύσεων. Ωστόσο καθίσταται επίσης σαφές ότι τόσο το εισόδημα, όσο και τα ποιοτικά χαρακτηριστικά της μισθωτής εργασίας συνεχίζουν να υφίστανται σημαντικές πιέσεις, με τους εργαζόμενους να αποκομίζουν ελάχιστα από τα οφέλη της όποιας οικονομικής ανάπτυξης.
Τα συνδικάτα προτείνουν και απαιτούν:
ü την επαναφορά της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας (ΕΓΣΣΕ) και του προσδιορισμού του κατώτατου μισθού από τις τριτοβάθμιες οργανώσεις των εργαζομένων και των εργοδοτών∙
ü την αποκατάσταση όλων των προτεραιοτήτων του συλλογικού εργατικού δικαίου με έμφαση στην επέκταση και καθολική ισχύ των κλαδικών συλλογικών συμβάσεων, την συρροή, την μετενέργεια κ.λ.π.
ü την αύξηση μισθών, πέραν του κατώτατου μισθού, για την αξιοπρεπή διαβίωση των εργαζομένων∙