Η πειθαρχική διερεύνηση και ο έλεγχος από τα αρμόδια όργανα του Αρείου Πάγου για την υπόθεση δεν ισοδυναμούν με καταδίκη του δικαστικού λειτουργού, αναφέρεται στην ανακοίνωση – Ζητούν παρέμβαση ΕΣΡ για τις «τηλεδίκες»
Η νέα διοίκηση της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων (ΕΔΕ) με αφορμή της αντιδράσεις των μέσων μαζικής ενημέρωσης για την υπόθεση της δολοφονίας 11χρονης ανήλικης από τον 37χρονο θείο της στην Ηλεία, ο οποίος αφέθηκε ελεύθερος με αναστολή παρά το γεγονός ότι είχε καταδικαστεί σε κάθειρξή 9 ετών για βιασμό άλλης ανήλικης, σε ανακοίνωσή της ζητάει από την Πολιτεία και το Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης «να λάβει άμεσα δραστικά και αποτελεσματικά μέτρα για να σταματήσει ένα φαινόμενο που έχει μετατρέψει την τηλεόραση σε αρένα και τη Δικαιοσύνη σε θέαμα».
Η ΕΔΕ στην ανακοίνωσή της κάνει λόγο για «συστηματική προσπάθεια υποκατάστασης της Δικαιοσύνης από αυτόκλητους τηλε-δικαστές και τηλε-εισαγγελείς, υποβαθμίζει τόσο την ποιότητα της ενημέρωσης όσο και την αξία του συστήματος απονομής Δικαιοσύνης».
Ειδικότερα η ΕΔΕ στην ανακοίνωσή της αναφέρει:
«Με αφορμή πρόσφατη υπόθεση διερευνόμενης εγκληματικής ενέργειας κατά ανηλίκου, που δικαιολογημένα απασχόλησε τα ΜΜΕ της χώρας, παρατηρούμε με λύπη την επανάληψη ενός νοσηρού φαινομένου που τείνει να γίνει αντιληπτό ως κανονικότητα στο σημερινό τηλεοπτικό και δημοσιογραφικό τοπίο.
Γνωστοί παρουσιαστές εκπομπών δημοσιογραφικής αλλά και ποικίλης ύλης, επιδίδονται πάλι σε ένα κυνήγι μαγισσών, στοχοποιώντας προηγούμενη σύνθεση Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου, που ενόψει άλλης υπόθεσης με ίδιο κατηγορούμενο, απεφάνθη ομόφωνα και με σύμφωνη εισαγγελική πρόταση περί της χορήγησης ανασταλτικού αποτελέσματος στην έφεση που άσκησε ο εκεί καταδικασθείς κατηγορούμενος.
Γνωρίζουμε ότι χρειάζεται πολύ περισσότερος χρόνος και χώρος για να εξηγήσουμε στους τηλεοπτικούς ειδήμονες γενικών καθηκόντων τι σημαίνει ορκωτό δικαστήριο, τι σημαίνει έφεση, τι σημαίνει ανασταλτικό αποτέλεσμα και πώς αυτά συνθέτουν το Κράτος Δικαίου.
Έχουμε αρχίσει βέβαια να συνηθίζουμε το γνωστό μοτίβο της δήθεν ταύτισης της δικαιοσύνης με την αυστηροποίηση, συνήθως εξ αφορμής ενός περιστατικού βαριάς εγκληματικότητας, που ολοκληρώνεται συχνά με μια αποσπασματική νομοθετική παρέμβαση, που δεν σχετίζεται με τις ανάγκες της ποινικής καταστολής, αλλά με τη διαχείριση των αντιδράσεων που γεννά.
Όμως κρίσεις όπως αυτές για την προσωρινή κράτηση, το ανασταλτικό αποτέλεσμα της έφεσης ή την υφ΄ όρων απόλυση κρατουμένου, είναι κρίσεις που εδράζονται στην πρόβλεψη μιας μελλοντικής συμπεριφοράς του δράστη, στη βάση δεδομένων που ήταν γνωστά στο δικαστήριο κατά το χρόνο της κρίσης. Όχι εκ των υστέρων.
Η δημοσιογραφική βαρβαρότητα θυσίασε τη νομική επιστήμη στον βωμό της τηλεθέασης και άφησε ασχολίαστο το άρθρο 344 ΠΚ που δίνει τη δυνατότητα στο δικαστήριο να παύσει την ποινική δίωξη στο αδίκημα του βιασμού μετά από συνεκτίμηση της δήλωσης της παθούσας ότι η δημοσιότητα θα έχει ως συνέπεια τον σοβαρό ψυχικό τραυματισμό της, ούτε έλαβε υπόψη εάν ο καταδικασθείς είχε τηρήσει τους περιοριστικούς όρους που του τέθηκαν κατά το διάστημα από την κυρία ανάκριση μέχρι την συζήτηση της υπόθεσης στο ακροατήριο ούτε εάν η προβλεπτική κρίση του δικαστηρίου βασίστηκε στην μη ύπαρξη καταδίκης για παρόμοιες πράξεις.
Αντίθετα, δεν χρειάζονται τόσα πολλά για να κατανοήσει κανείς ότι είναι διαφορετική η απολύτως θεμιτή κριτική των πολιτών στις δικαστικές αποφάσεις και διαφορετική η επαγγελματική επίθεση στην εκάστοτε ελεύθερη και ανεξάρτητη ουσιαστική κρίση των δικαστικών λειτουργών.
Για να λειτουργεί ομαλά μια Πολιτεία, απαιτείται ένα minimum σεβασμού του κάθε θεσμού στους λοιπούς θεσμούς και η συστηματική προσπάθεια υποκατάστασης της Δικαιοσύνης από αυτόκλητους τηλε-δικαστές και τηλε-εισαγγελείς, υποβαθμίζει τόσο την ποιότητα της ενημέρωσης όσο και την αξία του συστήματος απονομής Δικαιοσύνης.
Τέλος, θα πρέπει να γίνει κατανοητό πως η πειθαρχική διερεύνηση και ο έλεγχος που γίνεται από τα αρμόδια όργανα του Αρείου Πάγου δεν ισοδυναμούν με καταδίκη του δικαστικού λειτουργού ούτε καν συνιστούν μομφή για την δικαιοδοτική του κρίση.
Ζητούμε από την Πολιτεία και το Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης να λάβει άμεσα δραστικά και αποτελεσματικά μέτρα για να σταματήσει ένα φαινόμενο που έχει μετατρέψει την τηλεόραση σε αρένα και τη Δικαιοσύνη σε θέαμα».