Προ ημερών η τελευταία συναλλαγή ύψους €50.000 – Έχει ενημερωθεί για την υπόθεση και το Βατικανό – Δρούσαν επί 8 χρόνια
Η συνεχής ανακατεύθυνση μεγάλων χρηματικών ποσών από τα ταμεία της Καθολικής Εκκλησίας της Ελλάδος προς νυχτερινά κέντρα στην Πελοπόννησο, ήταν αυτή που κινητοποίησε τις Αρχές προκειμένου να ελέγξουν και εν τέλει να ξεσκεπάσουν κύκλωμα ξεπλύματος μαύρου χρήματος ύψους περίπου 3 εκατ. ευρώ.
Συγκεκριμένα η έρευνα από την Αρχή Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες υπό τον πρόεδρο και πρώην αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, Χαράλαμπο Βουρλιώτη, διαπίστωσε πως οι δύο υψηλόβαθμοι καθολικοί κληρικοί έδιναν μεγάλα ποσά σε επιχειρηματίες νυχτερινών κέντρων στην Πελοπόννησο παρουσιάζοντάς τα ως… επενδύσεις.
Μάλιστα, όπως προέκυψε και από την έρευνα, η τελευταία συναλλαγή καταγράφηκε προ λίγων μόνο ημερών και ανερχόταν στο ποσό των 50.000 ευρώ, ενώ ο ένας εκ των επιχειρηματιών είχε και στο παρελθόν σοβαρή εμπλοκή με ποινικά κολάσιμες πράξεις, η οποία σχετιζόταν και πάλι με το χώρο της Εκκλησίας, όχι όμως της Καθολικής.
Ήδη για το γεγονός αυτό έχει ενημερωθεί από την Αρχή και η έδρα της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας στο Βατικανό.
Την ίδια ώρα ωστόσο, μετά τις αποκαλύψεις, έρχεται η Σύνοδος της Καθολικής Εκκλησίας της Ελλάδος με ανακοίνωσή της να δηλώσει πως δεν έχει καμία επίσημη ενημέρωση για την υπόθεση και πως της γνωστοποιήθηκε μέσω του Τύπου.
Η ανακοίνωση από το Γραφείο Τύπου της Ι. Συνόδου Καθολικής Ιεραρχίας Ελλάδος
«Αθήνα 24/10/2024
ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ
Μετά τα σημερινά δημοσιεύματα περί υπεξαίρεσης και ξεπλύματος μαύρου χρήματος στον Τύπο, δηλώνουμε ότι καμία επίσημη ενημέρωση επί του θέματος δεν έχει υπάρξει.
Κατόπιν τούτου αναμένουμε ενημέρωση από τις αρμόδιες αρχές ώστε να τοποθετηθούμε επίσημα επί του θέματος.
Από το Γραφείο Τύπου»
Συναλλαγές επί 8 χρόνια
Όπως προέκυψε από την έρευνα, η τακτική αυτή των «επενδύσεων» είχε ξεκινήσει πριν από μία οχταετία με μεγάλα ποσά να φεύγουν από τα ταμεία της Καθολικής Εκκλησίας που χειρίζονταν δύο υψηλόβαθμοι κληρικοί και να κατευθύνονται προς συγκεκριμένους επιχειρηματίες.
Η Αρχή ενημερώθηκε από τις Τράπεζες για τις «ύποπτες» αυτές κινήσεις μεγάλων χρηματικών ποσών και ξεκίνησε ενδελεχή έλεγχο αξιοποιώντας όλα τα «εργαλεία» που έχει στη διάθεσή της, προκειμένου να χαρτογραφήσει την υπόγεια διαδρομή και να εντοπίσει τον πραγματικό αριθμό των προσώπων που εμπλέκονται στην υπόθεση.
Στο στάδιο της έρευνας προέκυψαν ενδείξεις για την τέλεση σοβαρών αξιοποίνων πράξεων όπως αυτές της υπεξαίρεσης και της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες (ξέπλυμα μαύρου χρήματος).
Τελικώς διαπιστώθηκε πως είχε υπεξαιρεθεί από τα ταμείο της Καθολικής Εκκλησίας το ποσό των 3 εκατομμυρίων ευρώ και από το σημείο αυτό και μετά αποκαλύφθηκε τόσο η ταυτότητα των δυο ιερέων, όσο και επιχειρηματιών νυκτερινών κέντρων.
Για την ποινική διερεύνηση της υπόθεσης, διαβιβάστηκε και πόρισμα στις εισαγγελικές αρχές της έδρας της Καθολικής Εκκλησίας της Ελλάδος προκειμένου να ελέγξει για το κακούργημα της υπεξαίρεσης τους δύο ιερείς και για ξέπλυμα μαύρου χρήματος τους επιχειρηματίες.
Το προφίλ της Καθολικής Εκκλησίας στην Ελλάδα και ο τρόπος διοίκησής της
Ανώτατο διοικητικό όργανο των Καθολικών στη χώρα μας αποτελεί η Ιερά Σύνοδος της Καθολικής Ιεραρχίας της Ελλάδος. Συνέρχεται ανά εξάμηνο και τα μέλη της ορίζονται καθ’ υπόδειξιν της ίδιας από την Αγία Έδρα.
Μόνιμος πρωθιεράρχης δεν υπάρχει αλλά εκλέγεται ανά τριετία ο πρόεδρος της Συνόδου της Καθολικής Ιεραρχίας.
Σημειώνεται, επίσης, ότι σύμφωνα με το καθολικό Κανονικό Δίκαιο, οι ιεράρχες δεν υπηρετούν ισοβίως στις έδρες τους, αλλά παραιτούνται σε ηλικία 75 ετών.
Οι ελληνικές περιφέρειες με τις καθολικές κοινότητες
Η Αρχιεπισκοπή Αθηνών αποτελεί τη μεγαλύτερη καθολική περιφέρεια της χώρας και αριθμεί περίπου 30.000 πιστούς.
Κέντρο της είναι ο Καθεδρικός Ναός του Αγίου Διονυσίου του Αρεοπαγίτου, επί της οδού Πανεπιστημίου. Από το 1973, Αρχιεπίσκοπος των εν Αθήναις Καθολικών είναι ο Σεβασμιώτατος Θεόδωρος Κοντίδης.
Η Αρχιεπισκοπή Ρόδου έχει ελάχιστους πιστούς σήμερα. Στην πραγματικότητα, η Αρχιεπισκοπή έχει αδρανήσει πλέον και χρέη αποστολικού τοποτηρητή, εκτελεί ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών.
Η Επισκοπή Χίου, περιλαμβάνει τα νησιά Χίο, Μυτιλήνη, Σάμο και τα υπόλοιπα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου.
Η Επισκοπή δεν έχει πλέον σχεδόν καθόλου ελληνικό ποίμνιο και έχει ως Αποστολικό τοποτηρητή τον Μητροπολίτη Νάξου και Τήνου, παραμένοντας όμως αυτοτελής Επισκοπή.
Περιλαμβάνει τα νησιά Νάξο, Πάρο, Αντίπαρο, Αμοργό, Τήνο, Μύκονο, Άνδρο και Δήλο. Υπολογίζονται πάνω από 3.000 πιστοί, οι περισσότεροι από τους οποίους είναι συγκεντρωμένοι στην Τήνο.
Μητροπολίτης Νάξου-Τήνου είναι ο Σεβασμιώτατος Ιωσήφ Πρίντεζης ενώ η Μητρόπολη εδρεύει στην Τήνο, με κέντρο τον Καθεδρικό Ναό της Παναγίας του Ροδαρίου στο χωριό Ξινάρα.
Η Επισκοπή Σύρου περιλαμβάνει περίπου 8.000 μέλη και έχει υπό την ευθύνη της τα νησιά της Σύρου, Ίου και Μήλου.
Δεδομένου ότι τα τρία τέταρτα του Καθολικού κλήρου και των μοναχών στην Ελλάδα προέρχονται τη Σύρο, το νησί αποτελεί το γνωστότερο κέντρο του ελληνικού καθολικισμού.
Ως Επίσκοπος, προΐσταται από το 2014 ο Σεβασμιώτατος Πέτρος Στεφάνου.
Η Επισκοπή Θήρας έχει περίπου 150 μέλη. Η μείωση του καθολικού πληθυσμού άρχισε με την υποταγή του νησιού στους Τούρκους και συνεχίστηκε με την αναχώρηση των επιφανέστερων μελών του στο εξωτερικό.
Σήμερα η επισκοπή, η οποία είναι επίσημα αναγνωρισμένη από το κράτος, βρίσκεται υπό την τοποτηρητεία του Επισκόπου Σύρου αλλά παραμένει αυτοτελής.
Περιλαμβάνει τα νησιά Θήρα, Θηρασιά, Ίο, Ανάφη, Φολέγανδρο και Σίκινο.
Η Επισκοπή Κρήτης, σήμερα αριθμεί σχεδόν 1.000 μέλη – ξένους εργαζόμενους, τουρίστες ή από μικτούς γάμους. Η Καθολική Επισκοπή Κρήτης διοικείται από τον εκάστοτε Καθολικό Επίσκοπο Σύρου με τον τίτλο του Αποστολικού Τοποτηρητή Κρήτης αλλά παραμένει αυτοτελής Επισκοπή.
Η Αρχιεπισκοπή Κερκύρας, περιλαμβάνει περίπου 3.000 μέλη, κυρίως μαλτέζικης καταγωγής. Η εκκλησιαστική αυτή επαρχία, περιλαμβάνει τις ενορίες των Επτανήσων και της Ηπείρου. Αρχιεπίσκοπος είναι ο Σεβασμιώτατος Γεώργιος Αλτουβάς.
Το Αποστολικό Βικαριάτο Θεσσαλονίκης σύμφωνα με το Κανονικό Δίκαιο της Καθολικής Εκκλησίας, σήμερα δεν πληροί όλες τις προϋποθέσεις για να αναδειχθεί σε αυτοτελή επισκοπή.
Η βασική ενορία του Βικαριάτου βρίσκεται στη Θεσσαλονίκη και στη δικαιοδοσία του ανήκουν οι Καθολικές Εκκλησίες του Βόλου, της Καβάλας και της Αλεξανδρούπολης.
Αριθμεί περισσότερα από 2.000 μέλη και απασχολεί τα τάγματα των Αδελφών των Χριστιανικών Σχολών (Λασαλιανοί, γνωστοί ως “freres”), των Αδελφών του Ελέους (τάγμα της Μητέρας Τερέζας της Καλκούτας) και των Αδελφών του Αγίου Ιωσήφ. Τοποτηρητής της επαρχίας ο Αρχιεπίσκοπος Κερκύρας, ενώ την ποιμαντική φροντίδα έχουν οι Πατέρες της Ιεραποστολής (Λαζαριστές).
Η Εξαρχία Αρμενορρύθμων Καθολικών, ιδρύθηκε το 1925 με την έλευση προσφύγων στην Ελλάδα, μετά τη γενοκτονία του αρμενικού λαού από τους Τούρκους το 1918.
Στην ουσία, πρόκειται για κοινότητα Χριστιανών, που τηρούν τα λειτουργικά έθιμα της αρμενικής Εκκλησίας αλλά βρίσκονται σε πλήρη κοινωνία με την Καθολική Εκκλησία. Τα μέλη της στην Ελλάδα δεν ξεπερνούν τις λίγες εκατοντάδες. Προΐσταται ο εκάστοτε Έξαρχος που ορίζει η Αγία Έδρα.
Η Ελληνοκαθολική Εξαρχία της Ελλάδας, στη δικαιοδοσία της οποίας υπάγονται οι Ελληνόρρυθμοι Καθολικοί ή Ουνίτες στην Ελλάδα. Πρόκειται για Εξαρχία με περίπου 2000 πιστούς με μία ενορία στα Γιαννιτσά και μία στην Αθήνα. Έξαρχος, από το 2016, είναι ο Τιτουλάριος Επίσκοπος Καρκαβίας Μανουέλ Νιν.
Σημειώνεται ότι η πλειονότητα των Ελλήνων καθολικών ακολουθεί το ρωμαϊκό τυπικό στη θεία λατρεία. Οι καθολικοί του βυζαντινού τυπικού είναι γύρω στις 2.500, ενώ οι Αρμένιοι καθολικοί μερικές εκατοντάδες.
Πόσοι είναι οι καθολικοί στην Ελλάδα
Μόλις 50.000 ήταν οι Έλληνες καθολικοί μέχρι το 1990 αλλά μετά την είσοδο της Ελλάδας στην ΕΕ και εξαιτίας της κατάρρευσης του κομμουνισμού και των ταραχών στη Μέση Ανατολή, ο αριθμός των καθολικών στη χώρα μας το 2010 είχε φτάσει τις 300.000. Η οικονομική κρίση που ακολούθησε, περιόρισε τον αριθμό τους σε περίπου 250.000. Αποτελούν θρησκευτική και όχι εθνική μειονότητα.
Οι μικτοί γάμοι, ο τουρισμός, η ελεύθερη διακίνηση των πολιτών μεταξύ των κρατών της Ενωμένης Ευρώπης, έχει ενισχύσει την παρουσία των αλλοδαπών καθολικών, οι οποίοι είναι πλέον μόνιμοι κάτοικοι της Ελλάδας και εντάσσονται πλήρως στην τοπική καθολική Εκκλησία.
Έντονη είναι και η «προσωρινή» παρουσία άλλων καθολικών, που βρίσκονται στη χώρα μας είτε ως οικονομικοί είτε ως πολιτικοί πρόσφυγες, με την παραμονή τους στην Ελλάδα να κυμαίνεται από μερικούς μήνες ως αρκετά χρόνια.
Πιο αναλυτικά, οι Πολωνοί, που προ ετών είχαν φθάσει τις 250.000, σήμερα είναι περίπου 40.000. Οι Φιλιππινέζοι και κυρίως οι Φιλιππινέζες, είναι περίπου 45.000 – εκ των οποίων οι 15.000 στην περιοχή των Αθηνών.
Οι Ιρακινοί, περίπου 14.000, επίσης κυρίως στην περιοχή των Αθηνών. Οι Αλβανοί, ο αριθμός των οποίων είναι ακαθόριστος, είναι διασκορπισμένοι σε όλη τη χώρα και ξεπερνούν τις 50.000.
Έντονη είναι η παρουσία και των Ουκρανών καθολικών, όπως και άλλων από διάφορες χώρες τόσο της Ανατολικής Ευρώπης όσο και της εγγύς Ανατολής αλλά και της Αφρικής.
Η Καθολική Εκκλησία εκτός Αθηνών
Σημαντική είναι η παρουσία της καθολικής Εκκλησίας στις Κυκλάδες και κυρίως στη Σύρο με 8.000 πιστούς και στην Τήνο, με 3.000. Σε ό,τι αφορά άλλες περιοχές, 2.500 καθολικοί υπάρχουν στην Κέρκυρα, 2.000 στη Θεσσαλονίκη, όπως και στην Πάτρα, στην Καβάλα, στο Βόλο και σε άλλες πόλεις της ηπειρωτικής Ελλάδος, καθώς και σε αρκετά νησιά (Νάξος, Θήρα, Κρήτη, Ρόδος, Κως, Σάμος, Χίος, Κεφαλληνία, Ζάκυνθος κλπ.).
Ένας καθολικός ναός βρίσκεται στο Ναύπλιο και ένας άλλος στα Άσπρα Σπίτια Βοιωτίας, που εξυπηρετούν κατά βάση τους καθολικούς τουρίστες, που επισκέπτονται αντίστοιχα τις Μυκήνες και την Επίδαυρο, στην Πελοπόννησο – και τους Δελφούς, στη Βοιωτία.
Πρόβλημα για τους Καθολικούς η έλλειψη χώρων λατρείας
Η αύξηση του καθολικού πληθυσμού συνοδεύεται από το πρόβλημα της έλλειψης επαρκούς αριθμού χώρων λατρείας, καθώς οι πιστοί είναι διασκορπισμένοι σε ολόκληρη την Ελλάδα. Εξίσου σημαντική, η ανεπάρκεια σε αριθμό καθολικών ιερέων, που θα εξυπηρετήσουν το ποίμνιο.
Οι ποιμαντικές δυσκολίες, σύμφωνα με την Καθολική Εκκλησία, σχετίζονται και με τη συγκέντρωση των παιδιών για την κατηχητική τους μόρφωση, τη δημιουργία «χριστιανικής κοινότητας» με κέντρο τον ενοριακό ναό, εφόσον δεν υπάρχει. Αποτέλεσμα, να καθίσταται δυσχερές το έργο των καθολικών ιερέων και των μοναχών.