Μετά τον σεισμό του 1999 από το άγνωστο, έως τότε, ρήγμα της Πάρνηθας, οι επιστήμονες έφτιαξαν έναν πλήρη χάρτη των ρηγμάτων στην Αττική, αλλά εκτιμούν ότι υπάρχουν και άλλα άγνωστα, μικρής δυναμικότητας – Τι λέει ο Ευθύμιος Λέκκας στο protothema.gr
Μέχρι χθες, που 7 σεισμοί ταρακούνησαν την πρωτεύουσα από ένα ρήγμα που ήταν άγνωστο στους σεισμολόγους.
Το μικρορήγμα, χαμηλού εστιακού βάθους (8,7 χιλιομέτρων, γεγονός το οποίο εξηγεί και το λόγο που έγιναν αισθητές οι δονήσεις) που έδωσε τους διαδοχικούς σεισμούς, μεγέθους από 2,3 ως 2,7 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ με επίκεντρο την Αγία Παρασκευή, διαπιστώθηκε ότι είναι ένα από τα άγνωστα ρήγματα της Αττικής. Είναι επικίνδυνο αυτό και, μπορούν τα άλλα μικρά και άγνωστα ρήγματα να αποτελέσουν πηγή κινδύνου για την πρωτεύουσα;
«Όχι», λέει στο protothema.gr ο πρόεδρος του Οργανισμού Αντισεισμικού Σχεδιασμού και Προστασίας, Ευθύμιος Λέκκας ο οποίος αναφέρει ότι «χθες, είχαμε την ενεργοποίηση ενός μικρού ρήγματος, της τάξης του ενός χιλιομέτρου περίπου [ενν. σε μήκος], το οποίο δεν εμφανίζεται και δεν ήταν καταγεγραμμένο». Ο ομότιμος καθηγητής Δυναμικής, Τεκτονικής, Εφαρμοσμένης Γεωλογίας & Διαχείρισης Φυσικών Καταστροφών στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, εξηγεί ότι το ρήγμα αυτό, αρχίζει περίπου από το υπουργείο Υποδομών και Μεταφορών, κατευθυνόμενο προς τα ανατολικά, προς το τέλος του οικιστικού χώρου του Χολαργού και λίγο πριν τη λεωφόρο Κηφισίας.
Οι επιστήμονες, έφτασαν σε αυτό το συμπέρασμα, χαρτογραφώντας τη τη διάταξη των επικέντρων των σεισμών που έδωσε το ρήγμα, από την ανατολή προς τη δύση.
Το ρήγμα αυτό, αυτή τη δυναμική έχει, αν και οι μικρές τεκτονικές δομές, όπως αποκαλούν οι επιστήμονες τα μικρορήγματα, μπορούν να έχουν δυναμική ως 6-6,5 Ρίχτερ. Αυτό δεν σημαίνει βέβαια πως είναι απαραίτητα και επικίνδυνα, μιας και πολλά είναι υποθαλάσσια, σε μεγάλο εστιακό βάθος κ.ά.
Τις περισσότερες πληροφορίες για τα ρήγματα της Αττικής, τις έχουμε από την πλήρη καταγραφή που έγινε μετά από τον σεισμό του ‘99, σε μια κοινή μελέτη του Πανεπιστημίου Αθηνών και του Πολυτεχνείου. Ακολούθησαν και άλλες μελέτες, κάποιες εκ των οποίων εξειδικευμένες, όπως πχ για την ανατολική και τη δυτική Αττική.
Από τη συστάδα ρηγμάτων που έχει καταγραφεί στην Αττική, ωστόσο, διέφυγαν τα ρήγματα που δεν εμφανίζονται. Αυτό γιατί εντοπίζονται με γεωφυσικές διασκοπήσεις που εκτελούν οι επιστήμονες, οι οποίες όμως αφορούν συνήθως τα μεγάλα ρήγματα και από την άλλη, είναι σχεδόν αδύνατο να γίνουν στον αστικό ιστό.
«Αρκετές δεκάδες», είναι λοιπόν η απάντηση στο ερώτημα ποιος είναι ο αριθμός των ενεργών ρηγμάτων, μικρού ή μέσου μεγέθους, που έχουν καταγράψει οι επιστήμονες στον αστικό ιστό της Αθήνας. Στις περισσότερες περιπτώσεις, λόγω του σχετικά μικρού μεγέθους τους και του -συνεπεία τούτου- μικρού σεισμικού δυναμικού τους, δεν είναι ικανά να προκαλέσουν καταστροφές. Στον κανόνα, ωστόσο, υπάρχουν και οι εξαιρέσεις, όπως απέδειξε με τον πλέον δυσάρεστο τρόπο ο σεισμός της Πάρνηθας, καθώς αύξηση της σεισμικής επικινδυνότητας προκαλεί η εγγύτητά τους με τμήματα των πολεοδομικών συγκροτημάτων.
Τέτοια ρήγματα έχουν καταγραφεί στις μελέτες μετά τον καταστροφικό σεισμό του 1999 στον Νότιο Ευβοϊκό, το Πόρτο Ράφτη και τη Νέα Μάκρη, τον Σαρωνικό, τον Κορινθιακό, τη Βόρεια Πάρνηθα και την Κακιά Σκάλα, αλλά και σε πυκνοκατοικημένες περιοχές της πρωτεύουσας.
Χαρακτηριστικά είναι τα μικρά/μεσαία ρήγματα που διέρχονται τις περιοχές Μαρούσι-Μελίσσια-Βριλήσσια-Γέρακα, Σαλαμίνα-Πέραμα-Κερατσίνι-Μοσχάτο, Άλιμο-Ελληνικό-Αργυρούπολη-Γλυφάδα, Χαλάνδρι-Αγία Παρασκευή, Εκάλη-Νέα Ερυθραία-Δροσιά-Διόνυσο, Σταμάτα-Νέα Μάκρη, Ζεφύρι-Καματερό, Ασπρόπυργο, Κορωπί, Φυλή- Άνω Λιόσια κ.ά.
Άγνωστης δυναμικότητας είναι τα ρήγματα Πεντέλης, Ραφήνας, Σπάτων που έχουν εντοπιστεί σε παλαιότερες μελέτες, ενώ ενδιάμεσου βάθους σεισμούς, μεγέθους ως 6,5 Ρίχτερ προκαλούν τα ρήγματα του Σαρωνικού Κόλπου- όπως ο σεισμός των 6,5 Ρίχτερ (με μικρές ζημιές) που καταγράφηκε τον Αύγουστο του 1962 με επίκεντρο τον Ακροκόρινθο.
Τα πιο επικίνδυνα
Από τα μελετημένα ρήγματα της Αττικής λοιπόν και με βάση τα επιστημονικά δεδομένα των τελευταίων περίπου 120 ετών, τα συστήματα ρηγμάτων και τα ρήγματα που απειλούν την Αττική είναι, όπως έχει εξηγήσει ο σεισμολόγος Γεράσιμος Παπαδόπουλος:
– Το ρήγμα του Ωρωπού, το οποίο έδωσε μεγάλο σεισμό στις 20-7-1938, προκαλώντας πολλά θύματα αλλά και μεγάλες ζημιές.
– Τα ρήγματα Αλκυονίδων-Σχίνου-Καπαρελίου. Είναι καταγεγραμμένα ως από τα πιο «επικίνδυνα» της χώρας, καθώς έδωσαν τους σεισμούς στις 24/2, 25/2 και 4/3 του 1981. Προκάλεσαν πολλά θύματα και ζημιές στην επικεντρική περιοχή, αλλά και σημαντικές βλάβες στην υπόλοιπη Αττική.
– Το ρήγμα της Φυλής, στην Πάρνηθα. Αυτό, είχε δώσει τον πολύνεκρο σεισμό της 7-9-1999, προκαλώντας πολλά θύματα και καταρρεύσεις κτιρίων στα δυτικά προάστια της Αθήνας, αλλά και ζημιές στην υπόλοιπη Αττική. Το νεοτεκτονικό ρήγμα της Νότιας Πάρνηθας-Φυλής, ήταν άγνωστο στους σεισμολόγους ως τότε, καθώς δεν είχε ενεργοποιηθεί και ως εκ τούτου δεν υπήρχαν στοιχεία για την ύπαρξή του, η οποιοδήποτε ιστορικό.
Και οι… γείτονες
Ρήγματα μεγάλης δυναμικής, ικανά να την απειλήσουν έχει η Αττική και στην ευρύτερη… γειτονιά της. Τα πιο «διάσημα», αν και μακρινά, είναι αυτά του Κορινθιακού Κόλπου από τον Ανατολικό Κορινθιακό, προς τη Θήβα, τον Αυλώνα έως και τον Ωρωπό. Πρόκειται για μια ζώνη ρηγμάτων, τα οποία στο παρελθόν, από το 1858 ως το 1914 έχουν δώσει πολύνεκρους σεισμούς μεγέθους 6 ως 6,5 Ρίχτερ.
Αλλά και της Αταλάντης, που μπορεί να βρίσκεται σε απόσταση περίπου 130 χιλιομέτρων από την Αθήνα, όμως το 1894 έδωσε δύο σεισμικές δονήσεις, μεγέθους 6,7 και 6,4 Ρίχτερ, με διαφορά μίας εβδομάδας, προκαλώντας ζημιές σε Αθήνα και Πειραιά. Το συνολικό μήκος του δεν ξεπερνά τα 34 χιλιόμετρα, αλλά αν το ρήγμα ενεργοποιηθεί στο συνολικό του μήκος, μπορεί να δώσει σεισμούς μεγέθους ως και 7,2 Ρίχτερ.
Παρόλα αυτά, τα επιμέρους τμήματά του ενεργοποιούνται ανεξάρτητα και παράγουν σεισμούς μεταξύ 5,5-6,6 Ρίχτερ, ενώ μόνο το τμήμα της Αταλάντης μπορεί να συνδέεται με σεισμούς της τάξης των 6,0 Ρίχτερ.