Ο σπουδαίος δημοσιογράφος έχασε τη μάχη με τον καρκίνο το βράδυ της Τρίτης, αφήνοντας παρακαταθήκη εκπομπές και ρεπορτάζ, έχοντας χαράξει μία δημοσιογραφική πορεία με πολλούς και σημαντικούς σταθμούς
Όταν η τηλεόραση είχε ακόμη έντονες δόσεις ρομαντισμού, την δεκαετία του ’80, θυμάμαι ως παιδί να βλέπω έναν κύριο στην οθόνη που αν και ένιωθα πως με κάποιο τρόπο κοιτούσε εμάς που τον παρακολουθούσαμε από το σαλόνι του σπιτιού μας, κατά βάθος πίστευα ότι περισσότερο ήθελε να τον ακούμε και λιγότερο να τον βλέπουμε. Ηταν ήρεμος και ζωηρός συνάμα, μιλούσε πολύ αλλά έδινε ευγενικά τον λόγο στους άλλους κυρίους και πάντα έλεγε πολλές πληροφορίες. Κάπως έτσι ήταν τα πρώτα μηνύματα της δημοσιογραφίας από τηλεοπτικού άμβωνος. Με πρωταγωνιστή έναν σπουδαίο δημοσιογράφο, τον Κώστα Χαρδαβέλλα, ο οποίος τότε ήταν ένας εκ των τριών παρουσιαστών της θρυλικής εκπομπής «Ρεπόρτερς».
Η τραγική ειρωνεία θέλει αυτή την φωνή που καλούσε εμάς να ακούσουμε τα ρεπορτάζ, τις αφηγήσεις, τις συνεντεύξεις και να ανακαλύψουμε τον κόσμο της δημοσιογραφίας, να είναι αυτή που ο Κώστας Χαρδαβέλλας δυστυχώς έχασε πριν λίγο καιρό λόγω της μάχης με τον καρκίνο…
Ταυτισμένος με το ρεπορτάζ και την καλή ζωή, ένας κύριος σε όλα του, τις τελευταίες ώρες περιγράφεται από τους πρώην συναδέλφους του και φίλους του ως ένα γοητευτικό κράμα ανθρώπου που ζούσε την ζωή και την ερευνούσε στο βάθος κοιτάζοντας την κάμερα και έχοντας μοιραστεί την πληροφορία με τον κόσμο.
Ο θάνατός του βύθισε στο πένθος την οικογένεια του, την σύζυγό του Μαρία και τον γιο του Κωνσταντίνο, που όλα αυτά τα χρόνια στάθηκαν δίπλα του και του έδωσαν όλα όσα στερήθηκε ως παιδί από την οικογένεια. Δεν είναι τυχαίος ο αποχαιρετισμός της Μαρίας του: «Έφυγες όπως έζησες: Νικητής! Ξεκουράσου τώρα, κοντά στους ανθρώπους που η ζωή σού στέρησε όταν ήσουν μωρό και πάντα αποζητούσες, τη μαμά Καλυψώ και τον μπαμπά Κωνσταντίνο. Εις το επανιδείν, Γίγαντά μου…»
Μαζί 32 χρόνια, διένυσαν χιλιόμετρα αγάπης και συντροφικότητας σπάζοντας την παράδοση που ήθελε τον Χαρδαβέλλα να μην μένει για πάνω από 1,5 χρόνο στους γάμους του. Προηγήθηκαν δύο γάμοι αλλά η Μαρία έμελλε να είναι η γυναίκα της ζωής του. Την ημέρα που κράτησαν ο ένας το χέρι του άλλου ήξεραν…
«Το ημερολόγιο έγραφε 26 Σεπτεμβρίου του (δίσεκτου) έτους 1992. Φτάσαμε μαζί στην Ιερά Μητρόπολη Αθηνών, ο γαμπρός στο τιμόνι, η νύφη συνοδηγός και στο πίσω κάθισμα οι κολλητές μου παρανυφάκια. Στο ραδιόφωνο έπαιζε δυνατά Βασίλης Τερλέγκας. Η γαμήλια τελετή ήταν προγραμματισμένη για τις 19.30 αλλά ο Κώστας είχε κάνει λάθος στην ώρα και είχαμε εκτυπώσει προσκλητήρια που έγραφαν 19.00. Στην άφιξη μας στην εκκλησία, συναντηθήκαμε με την προηγούμενη νύφη και κάποιοι το θεώρησαν γρουσουζιά. Εκατοντάδες οι καλεσμένοι, μετά βίας χωρούσαν στον ναό. Ευδιάθετοι οι περισσότεροι, δεν σταμάτησαν να κάνουν φασαρία κατά τη διάρκεια του μυστηρίου αλλά ο ιερέας δεν τους έκανε ούτε για μια στιγμή παρατήρηση. Συμμετείχε κι εκείνος στη χαρά, χαμογελώντας διαρκώς στους κουμπάρους, τους αείμνηστους και μοναδικούς Κάκια και Γιώργο Γεννηματά. Πέντε μηνών έγκυος εγώ, φορούσα στενό και κοντό νυφικό και όταν έφτασε η ώρα της (πολύωρης!) “χαιρετούρας”, έμεινα ξυπόλητη για να αντέξω την ορθοστασία. Κοντεύαμε πια να τελειώσουμε όταν είδαμε να καταφτάνει ένα γκρουπ Γιαπωνέζων τουριστών. Γοητευμένοι από τον τρόπο τέλεσης του μυστηρίου, στήθηκαν κι εκείνοι στην μακριά ουρά για να μας χαιρετήσουν, με τα σακίδια στους ώμους. Μας ευχήθηκαν (στα γιαπωνέζικα!) και μας δώρισαν ένα σετ φλιτζανάκια του καφέ με τσολιαδάκια, αγορασμένο από κάποιο τουριστικό κατάστημα για να τιμήσουν το έθιμο. Στο πάρτι που ακολούθησε επιλέξαμε το τραγούδι “I did it my way”, αλλάζοντας τους στίχους σε “We did it our way” και αυτό ακριβώς εφαρμόσαμε στα χρόνια που ακολούθησαν. Γιορτάζουμε την 32η επέτειο του γάμου μας συνεχίζοντας να καταρρίπτουμε τους νόμους των πιθανοτήτων, στα εύκολα και τα δύσκολα. Ίσως, γιατί όπως λέει ο Κωνσταντίνος μας “μεγαλώνοντας κατάλαβα πως οι άλλοι άνθρωποι είναι κανονικοί, εμείς δεν είμαστε”».
Τα τραυματικά παιδικά χρόνια
Σε μικρή ηλικία, ο Κώστας Χαρδαβέλλας έχασε τη μητέρα του και τον πατέρα του. Όπως είχε αναφέρει ο ίδιος σε συνέντευξή του: «Έχω διαγράψει τη λέξη μητέρα από τη ζωή μου επειδή η μητέρα μου έφυγε όταν ήμουν πέντε χρονών. Τα πράγματα που σε πονάνε τα διαγράφεις. Είναι αυτό που λέω συχνά, είναι ένα φωτογραφικό φιλμ που το καις για να μη σε πονάει. Άρα, η λέξη μαμά για μένα είναι διαγραμμένη από τότε που ήμουν πέντε χρονών. Δεν την είπα ποτέ, δεν την χρησιμοποίησα ποτέ και δεν είναι μια λέξη που τη χρησιμοποιώ. Η απώλεια του πατέρα μου, όταν ήμουν 2 μηνών και της μητέρας μου όταν ήμουν 5 ετών, με έχει σημαδέψει. Μέχρι σήμερα έχω μια ανασφάλεια, της αποδοχής, ο άλλος με γουστάρει;».
Σε κάποιες συνεντεύξεις του γίνεται πιο αποκαλυπτικός: «Είναι μια πληγή ανοιχτή που σε πονάει μέχρι το τέλος της ζωής σου. Τον πατέρα και τη μάνα δεν μπορεί να τους αντικαταστήσει, ούτε μια γυναίκα, ούτε ένα παιδί, ένας φίλος, τίποτα. Είναι μια πίκρα που κουβαλάω σε όλη μου τη ζωή. Είμαι ένας άνθρωπος που δεν είχα ποτέ στη ζωή μου ένα χάδι από τους γονείς μου, οπότε πάντα επιζητούσα τη φροντίδα και την αγάπη από τους ανθρώπους γύρω μου».
Οι ιστορικοί «Ρεπόρτερς», οι πολυσυζητημένες «Πύλες του Ανεξήγητου» και η διαμάχη με την Αγγελική Νικολούλη
Μια εκπομπή φαινόμενο, με καθαρόαιμο δημοσιογραφικό περιεχόμενο η οποία έκανε πρεμιέρα στις 13 Δεκεμβρίου του 1981 στην τότε ΥΕΝΕΔ (και ένα χρόνο μετά ΕΡΤ2) ήταν «Οι Ρεπόρτερς», με παρουσιαστές τους Κώστα Ρεσβάνη, Κώστα Χαρδαβέλλα και Γιάννη Δημαρά.
Τρεις ρεπόρτερ των «Νέων», που ασχολούνται με το ελεύθερο και πολιτιστικό ρεπορτάζ. Ο Ρεσβάνης αντικαταστάθηκε στη δεύτερη εκπομπή από τον Γιώργο Λιάνη, με την τριάδα να καθιερώνεται στους τηλεοπτικούς δέκτες για επτά σεζόν.
Η εκπομπή είχε στόχο να κάνει αποκαλύψεις και μέσα από τις 7 σεζόν άγγιξε θέματα όπως η εργασία ανηλίκων, η Αγία Αθανασία του Αιγάλεω, ο Νίκος Κοεμτζής και η παραγγειλιά, ο Θεόδωρος Βενάρδος, το Παλαιστινιακό, το Κυπριακό, τα Ελληνοτουρκικά, η Χούντα και η δολοφονία του Σωτήρη Πέτρουλα κ.ά. Στα τέλη του 1988 η εκπομπή ολοκληρώνει τον κύκλο της και μετά από αρκετά χρόνια οι τρεις δημοσιογράφοι θα συναντηθούν για να κάνουν την δική τους αναδρομή.
Μιλώντας για τους «Ρεπόρτερς» σε συνεντεύξεις του ο Χαρδαβέλλας θα πει «Την εκπομπή αυτή την αγαπήσαμε και οι τρεις, ο Γιώργος Λιάνης, ο Γιάννης Δημαράς κι εγώ. Οι τηλεθεάσεις ήταν τεράστιες γιατί ήταν η πρώτη τηλεοπτική εκπομπή που ασχολούταν με κοινωνικά θέματα. Οι Ρεπόρτερς κράτησαν μέχρι το 1989. Μας έκοψαν κάποια στιγμή γιατί κάναμε μία συνέντευξη με τον Στέλιο Καζαντζίδη που μιλούσε για το εβραϊκό λόμπι. Όταν ξεπεράστηκε το πρόβλημα, ξαναρχίσαμε την εκπομπή και κάναμε πολλές αποστολές στο Λίβανο, σε πολέμους. Ήταν μία άλλη τηλεόραση. Με πήρε τηλέφωνο μία γυναίκα από την Πάτρα και μου είπε “σώστε με, έχω την καρδιά μου, πεθαίνω και δεν με εγχειρίζουν επειδή δεν είμαι σε ασφαλιστικό ταμείο”. Πήρα την κάμερα μαζί μου και φύγαμε για την Πάτρα. Πήρα τη γυναίκα από το σπίτι της και την πήγαμε στον Ευαγγελισμό και ζήτησα να μπει αμέσως στο χειρουργείο. Αυτή η γυναίκα μπήκε στο χειρουργείο και σώθηκε και κάθε Χριστούγεννα μου στέλνει μία κάρτα που γράφει “σ’ ευχαριστώ που ζω”».
Ο Κώστας Χαρδαβέλλας μπήκε στον μαγικό κόσμο της δημοσιογραφίας την περίοδο της Χούντας, όταν προσλήφθηκε ως δημοσιογράφος στην εφημερίδα Έθνος. Η πρώτη του τηλεοπτική εμφάνιση έγινε το 1977, με την παρουσίαση της εκπομπής «Πρόσκληση στο στούντιο» στην ΕΡΤ. Συμμετείχε στην ψυχαγωγική εκπομπή «Σάββατο πρωί, Κυριακή βράδυ» το 1978, για να ακολουθήσουν οι «Ρεπόρτερς» με τους φίλους και συναδέλφους του Λιάνη και Δημαρά.
Το 1993 μετά το άνοιγμα της ιδιωτικής τηλεόρασης, ο Κώστας θα βρεθεί στο Mega, με διπλή παρουσία: το «60 λεπτά χωρίς μοντάζ» και το «Ρεπορτάζ στην ομίχλη». Ακολούθησαν μεταγραφές, το 1994 στον ΣΚΑΪ και το 1995 στο Star, όπου παρέμεινε μέχρι το 1999. Τότε ξεκίνησε με την εκπομπή «Πρεμιέρα». Το 2000 πήγε στον ΑΝΤ1 και παρουσίαζε την ενημερωτική εκπομπή «9η Εντολή», ενώ τον επόμενο χρόνο επέστρεψε στην κρατική τηλεόραση και συγκεκριμένα στην ΕΡΤ1.