Σε υγρό άζωτο διατηρούνται δείγματα κατεψυγμένου σπέρματος σε κλινική γονιμότητας της Νέας Υόρκης.
Η δωρεά σπέρματος μετά τον θάνατο του δότη θα πρέπει να επιτραπεί για τους Βρετανούς, σύμφωνα με ειδικούς της βιοηθικής, οι οποίοι υποστηρίζουν ότι οι μεταθανάτιες δωρεές θα βοηθήσουν τα άτεκνα ζευγάρια και θα περιορίσουν την πίεση στους ζώντες δότες. Η έλλειψη δωρητών σπέρματος στη Βρετανία έχει οδηγήσει στην εισαγωγή 7.000 δειγμάτων τον χρόνο από το εξωτερικό, κυρίως από τη Δανία και τις ΗΠΑ, σε μια προσπάθεια αντιμετώπισης της ζήτησης από τις κλινικές γονιμότητας.
Σύμφωνα με την πρόταση που δημοσιεύθηκε στην ιατρική επιθεώρηση Journal of Medical Ethics, οι άνδρες θα μπορούν να δίνουν την άδειά τους για μετά θάνατον προσφορά σπέρματος, το οποίο θα επιτρέπει σε άτεκνες οικογένειες να αποκτήσουν παιδιά. «Συνειδητοποιούμε ότι στη Βρετανία υπάρχει έλλειψη δωρητών σπέρματος και αυτός είναι ένας τρόπος αντιμετώπισης του προβλήματος. Πιστεύουμε ότι είναι ηθικά θεμιτό οι άνδρες να έχουν τη δυνατότητα να προσφέρουν οικειοθελώς το σπέρμα τους μετά τον θάνατό τους, για τη γονιμοποίηση αγνώστων ληπτών», σημειώνουν ο δρ Τζόσουα Πάρκερ, από το πανεπιστημιακό νοσοκομείο του Μάντσεστερ, και ο δρ Νέιθαν Χόντσον του Πανεπιστημίου του Λέστερ, σε άρθρο της εφημερίδας The Guardian.
Στη δημοσίευσή τους, οι ιατροί εξηγούν γιατί οι μετά θάνατον δωρεές είναι όχι μόνο «τεχνικά εφικτές» αλλά και «ηθικά αποδεκτές». Από τεχνικής άποψης, το σπέρμα δωρητών εν ζωή εξασφαλίζεται με δύο τρόπους: με την εισαγωγή ορθικού ηλεκτροδίου το οποίο διεγείρει στιγμιαία τον προστάτη προκαλώντας εκσπερμάτιση ή με τη δημιουργία μικρής τομής στο όσχεο, που επιτρέπει στους ιατρούς να αποκτήσουν πρόσβαση στα σπερματικά κύτταρα. Ο ιατρικός κόσμος έχει διαπιστώσει ότι σε μικρό αριθμό περιπτώσεων, το σπέρμα που συλλέχθηκε λίγες ημέρες μετά τον θάνατο του δωρητή, μπορεί να αξιοποιηθεί για τη σύλληψη και να οδηγήσει στη γέννηση υγιών παιδιών.
Το 2018, εύπορο ζευγάρι Βρετανών συνέλεξε σπέρμα του γιου τους, τρεις ημέρες μετά τον θάνατό του σε αυτοκινητικό δυστύχημα, ώστε να αποκτήσουν άρρενα κληρονόμο. Η οικογένεια πάγωσε το σπέρμα και το εξήγαγε στις ΗΠΑ, όπου χρησιμοποιήθηκε για τη δημιουργία αρσενικού εμβρύου και εμφυτεύθηκε στη μήτρα παρένθετης μητέρας.
Οι Πάρκερ και Χόντσον υποστηρίζουν ότι, παρόλο που η στειρότητα δεν απειλεί τη ζωή όσων πάσχουν από αυτή, οι άνδρες που το επιθυμούν θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να προσφέρουν το σπέρμα τους μετά θάνατον. Στη Βρετανία, οι δωρητές σπέρματος είναι συνήθως 18 με 41 ετών και αναγκάζονται να προσέρχονται πολλές φορές σε κλινική γονιμότητας για διάστημα ορισμένων μηνών.
Ο ιατρικός κόσμος υποστηρίζει, όμως, ότι σε ηθικό επίπεδο, η μετά θάνατον δωρεά σπέρματος δεν είναι τόσο απλή υπόθεση. Η δωρεά σπέρματος δεν είναι ανώνυμη στη χώρα, επιτρέποντας έτσι στα παιδιά των δωρητών να επικοινωνούν με τους βιολογικούς τους γεννήτορες αφού κλείσουν το 18ο έτος της ηλικίας τους. Την ένστασή του εξηγεί ο καθηγητής Ανδρολογίας στο Πανεπιστήμιο του Σέφιλντ, Αλαν Πέισι: «Θα προτιμούσα να επενδύαμε στη στρατολόγηση νέων, υγιών και πρόθυμων δωρητών, τα βιολογικά παιδιά των οποίων θα μπορούν να τους γνωρίσουν, εφόσον το επιθυμούν».